''Και η νέα γενιά της Ερμιονίδας είναι καλά παιδιά.''
Με συνοπτικές διαδικασίες, αποφασιστικότητα, ουσιαστικές και σύντομες διαπραγματεύσεις, λιτές ανακοινώσεις με ουσία και περιεχόμενο, η νέα γενιά της Ερμιονίδας, έστησε τη νέα ομάδα της Ερμιονίδας, τον νέο ΕΡΜΗ.
Αυτό που για τους παλιούς ήταν αδιανόητο, δηλαδή η σύμπραξη Κρανιδιωτών και Ερμιονητών με σκοπό μια κοινή ποδοσφαιρική ομάδα, έγινε πραγματικότητα από μια φούχτα νέων παιδιών.
Δεν με εκπλήσσει αυτό καθ’ αυτό το γεγονός, γιατί πάντα υποστήριζα κάτι ανάλογο, ότι στην Ερμιονίδα έπρεπε να είχαμε ένα Γυμνάσιο – Λύκειο συνέχεια του Παλιού 6τάξιου Γυμνασίου Κρανιδίου.
Αυτό που με ενθουσίασε είναι ότι αυτά τα νέα παιδιά διαχειρίστηκαν την όλη υπόθεση σαν να ήσαν οι πιο αποτελεσματικοί managers επιχειρήσεων. Αλλά και σαν αποτελεσματικοί managers οργανώνουν τον νέο ΕΡΜΗ.
Από την άλλη στις Καλλικράτειες εκλογές, όπου οι συνδυασμοί ήσαν μέσα στην πολιτική θολούρα, δηλαδή χωρίς κανένα πολιτικό στίγμα (το .... στίγμα θα εμπόδιζε όποιους εκλέγονταν να ..... προσφέρουν!), ένα νέο παιδί παίρνει 1500 ψήφους.
Καιρός είναι η νέα γενιά να μπει μπροστά και στα κοινοτικά – δημοτικά πράγματα του τόπου, βάζοντας στην άκρη (δηλαδή στη φορμόλη) την ήδη αραχνιασμένη γενιά της Μεταπολίτευσης η οποία σε λίγο θα περιφέρει τη νέα σκουπιδιάρα Ερμιόνης ως το αξιοθέατον της επαρχίας Ερμιονίδας. Σαν το σιντριβάνι του Κίκιζα στην Άνω Πλατεία Κρανιδίου.
Υπάρχει βέβαια και η σοφή ρήση : Το αλεπουδάκι κατά την αλεπού. Αλλά το αλεπουδάκι έχει μπροστά του χρόνο και το ρίσκο να γίνει ή να μη γίνει σαν την αλεπού, να ακολουθήσει δικό του δρόμο και όχι τα χνάρια της. Η αλεπού παραμένει αλεπού ... συναρτήσει του χρόνου, άρα ανεξαρτήτως του χρόνου.
Χώρο λοιπόν για τη νέα γενιά και οι νέοι να διεκδικήσουν αυτόν τον χώρο με τον δικό τους τρόπο.
Σημείωση αμπελοφιλοσοφίας: Η γενιά της Μεταπολίτευσης είναι μια πραγματική γενιά που την ξέρουμε. Και επειδή την βιώσαμε και την βιώνουμε περιττό να την περιγράψουμε ή αναλύσουμε γιατί ήδη την γνωρίσαμε. Και η γενιά σχεδόν στο σύνολό της σκέφτηκε και έπραξε με τον τρόπο της. Έτσι μπορούμε να μιλάμε για γενιά των Βαλκανικών Πολέμων, για γενιά του Έπους της Πίνδου, της Κατοχής και του Εμφυλίου κ.λ.π.
Όμως εκ του πονηρού γίνεται μια ταύτιση: η γενιά της Μεταπολίτευσης = η γενιά του Πολυτεχνείου. Και αμέσως η συσχέτιση: Η γενιά του Πολυτεχνείου που πάλεψε για «ψωμί, παιδεία, ελευθερία», η αντιχουντική γενιά που έριξε τη χούντα και μετά τόριξε στο βόλεμα, στην αρπαχτή και έφτασε τη χώρα εδώ που την έφτασε.
Γενιά του Πολυτεχνείου δεν υπήρξε με την έννοια της γενιάς της Κατοχής. Στο Έπος του ΄40, στο ΕΑΜ της Κατοχής πήρε μέρος σχεδόν ολόκληρη γενιά, είναι αυτό που λέμε ξεσηκωμός, και η γενιά αυτή πέρασε στο σύνολό της στον εμφύλιο πόλεμο.
Επί χούντας ένα σεβαστό ποσοστό φοιτητών ανωτάτων και ανωτέρων σχολών έδρασε συλλογικά ως γενιά με σύνθημα «ψωμί, παιδεία, ελευθερία», αλλά και ψωμί υπήρχε και παιδεία υπήρχε, παρόμοια με την αμέσως προχουντική περίοδο. Ελευθερία δεν υπήρχε, το μέγιστο των αγαθών και η λεγόμενη «γενιά του Πολυτεχνείου», αυτό το σεβαστό ποσοστό φοιτητών ανωτάτων και ανωτέρων σχολών, και το επίσης σεβαστό ποσοστό των Αντιστασιακών και Αντιχουντικών (και στο στράτευμα ιδιαίτερα στο Ναυτικό και στην Αεροπορία ήταν κυρίαρχο το αντιχουντικό πνεύμα) δεν αγωνίστηκε γιατί δεν είχε να φάει, δεν ωθήθηκε από την πείνα ούτε από την έλλειψη παιδείας και εκπαίδευσης. Αγωνίστηκε για το ύψιστο αγαθό την ελευθερία, το ίδιον του Έλληνα, και ως προς αυτό ταυτίζεται πλήρως, είναι δηλαδή συνέχεια, της ένδοξης γενιάς του ΄40 και της Κατοχής. Γι’ αυτό και το τραγούδι ύμνος της ήταν το «Πότε θα κάνει ξαστεριά». Όμως ήταν ένα σεβαστό μεν αλλά πολύ μικρό ποσοστό της γενιάς της, δεν ήταν ξεσηκωμός.
Από αυτό το μικρό ποσοστό ένα μέρος πέρασε στην πολιτική ζωή της μεταπολίτευσης. Αυτοί ναι, είναι γενιά της μεταπολίτευσης ως προς τις ευθύνες που ανέλαβαν, τον τρόπο που πολιτεύτηκαν. Το μεγαλύτερο όμως μέρος έγιναν καθηγητές σε πανεπιστήμια εξωτερικού, καλοί επαγγελματίες κ.λ.π. και την υπερηφάνεια πώς νέοι πάλεψαν για το υπέρτατο αγαθό, για να είναι όχι αυτοί αλλά όλοι οι Έλληνες ελεύθεροι δεν την διαπραγματεύονται. Και πικραίνονται, όταν βλέπουν να μουντζώνεται η Βουλή των Ελλήνων.
Επί χούντας η «νέα γενιά» σε πολύ μεγάλο ποσοστό καλά περνούσε, χόρευε στα τότε νεόκτιστα ξενοδοχειακά συγκροτήματα, περνούσε ανέμελα, οι αγρότες απολάμβαναν την πληθώρα χαμηλότοκων δανείων και μετά χόρευαν γύρω από τα ΗΡΩΑ των χωριών τους όταν τους χαρίστηκαν τα δάνεια. Και η εργατική τάξη απολάμβανε τα καλά των επενδύσεων στη βιομηχανία της προχουντικής περιόδου. Στα ανώτατα πνευματικά ιδρύματα περιχαρείς νέοι επιστήμονες αναλάμβαναν τις κενές έδρες των διωγμένων αντιχουντικών καθηγητών, ιδιαίτερα στη Νομική Σχολή η οποία σχεδόν άδειασε. Και όταν η χούντα έφτιαξε την λεγόμενη διορισμένη βουλή, είχαμε ουρές για να κάνουν αίτηση για να ...... διορισθούν βουλευτές. Όσο για την ιεραρχική δομή της εκκλησίας, ελάχιστοι ιερείς διαφύλαξαν την παράδοση. Αυτοί ναι, είναι γενιά – προάγγελος της γενιάς της μεταπολίτευσης. Όμως κανείς δεν την μνημονεύει ως τέτοια. Έτσι: η γενιά της Μεταπολίτευσης = γενιά της χουντικής περιόδου, μείον την «γενιά του Πολυτεχνείου», όπως αυτή προσδιορίστηκε πιο πάνω.
Έρρωσθε,
Βασίλης Γκάτσος