(Συνέχεια από το προηγούμενο)
Γράφει ο Βασίλης Γκάτσος
Πρώτα
μια ματιά στον Δοκό. Είναι στην κατάσταση που βρισκόταν όλη η περιοχή
πριν 60 χρόνια. Και αυτό γιατί το επέβαλαν νόμοι. Είναι το νησάκι της
απόλυτης ηρεμίας.
Επισκέψιμο με απόλυτο σεβασμό.
Μετά
στην Ύδρα. Η ένταξη του νησιού στον Καπουδάν Πασά (Υπουργείο Ναυτιλίας
της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας) του χάρισε προνόμια αλλά το κυριότερο ήταν
ότι το απέσπασε
από τη δικαιοδοσία του Πασά της Πελοποννήσου. Ένα φιρμάνι, μια
διοικητική απόφαση ήταν η αιτία για να μεγαλουργήσει ο Ελληνισμός πάνω
σε αυτόν τον θρυλικό πλέον βράχο.
Τα χρόνια πέρασαν, η Ύδρα προς τα μέσα του 20ου
αιώνα ήταν ένας θαυμάσιος οικισμός χωρίς οικονομικό μέλλον. Τα
αρχοντόσπιτα κατέρρεαν και
σχεδόν όποιος
ήθελε ξήλωνε τα αγκωνάρια, τα δοκάρια, τα μπαλκόνια και τα κάγκελα, τις
πόρτες και τα παράθυρα και τα πουλούσε στα γύρω μέρη και στον Πειραιά.
Στα Μαντράκια της Ερμιόνης, εκεί που σήμερα είναι το κέντρο Φασιλή, ήταν
ένα σπίτι που όλοι οι παλιοί το ήξεραν ως
αποθήκη του Καΐρη, όπου πουλιόνταν οικοδομικά υλικά φερμένα από την
Ύδρα. Ο ζωγράφος Περικλής Βυζάντιος ήταν από αυτούς που φρόντισε να
πουληθούν αρκετά σπίτια σε Αθηναίους και έτσι να σωθούν από την ερήμωση
και τη λεηλασία.
Ο
Μάνος επί Καραμανλή έβαλε όλους τους οικισμούς της περιοχής μας στους
διατηρητέους αλλά Κρανίδι, Ερμιόνη, Πορτοχέλι ....βγήκαν και έχασαν την
ομορφιά τους
για πάντα. Δεν είναι αυτό που ήταν κάποτε και δεν μπορούν να
ξαναγίνουν. Η Ύδρα τελικά ως οικισμός αλλά και ως νησί προστατεύτηκε
πλήρως νομικά και είναι σήμερα αυτό το θαύμα που βλέπουμε. Καλντερίμια
και μονοπάτια ξεκινούν από την πόλη της και σε οδηγούν
στα μοναστήρια της και τα ξωκλήσια της, σε παραλίες μακρινές και σε
τοπία που δεν άγγιξε η ‘πρόοδος’. Πάνω στα βουνά της νομίζεις ότι τίποτα
δεν άλλαξε από το Μυκηναϊκά Χρόνια.
Και έτσι υπάρχει η Ύδρα, η χιλιοζωγραφισμένη, γνωστή σε όλο τον κόσμο.
Εδώ
δεν σκέπτονται έχοντας γεμάτο το μυαλό τους με αγροτεμάχια και τιμές.
Δεν σκέπτονται για δρόμους, αυτοκίνητα, μηχανάκια, εξοχικά. Ο
προσανατολισμός τους
είναι στο πώς θα διατηρήσουν αυτό το θαύμα, το θαύμα της Ύδρας και του
Δοκού. Είναι φυσικό να τους απασχολούν τα περιβαλλοντικά προβλήματα, η
προστασία του τοπίου τους και της θάλασσάς τους, αλλά και οι δυσκολίες
που αντιμετωπίζουν οι κάτοικοι στην καθημερινότητά
τους. Γιατί δεν είναι εύκολη η Καθημερινότητα στην Ύδρα, όπως και δεν
είναι εύκολο να συντηρείς και να κρατήσεις το σπίτι σου. Δεν είναι
εύκολο σήμερα να ζεις χωρίς την ευκολία του αυτοκινήτου, χωρίς
μηχανάκια. Εδώ έπρεπε να έρχεται αρωγός το κράτος και να
επιδοτεί τις οικογένειες όταν έχουν εισόδημα κάτω από ένα όριο, και να
επιδοτεί γενναία τις επισκευές και τις συντηρήσεις. Στη Κύπρο η
ανακαίνιση, ή η γενική συντήρηση ενός νεοκλασικού διατηρητέου
επιδοτείται κατά 75%. Δηλαδή ο ιδιοκτήτης εκπονεί τη μελέτη
με υλικά και τεχνικές που επιτρέπουν οι νόμοι, υποβάλλει προς έγκριση
τη μελέτη με το γενικό κόστος και παίρνει δωρεάν από το κράτος το 75%
του κόστους. Η συντήρηση της Ύδρας, των μοναστηριών της και του τοπίου
της
είναι υπόθεση εθνική.
Μετά
στις Σπέτσες. Εδώ βλέπουμε μια πόλη που κρατάει πάρα πολλά στοιχεία του
παλιού οικισμού της και της ιστορίας της αλλά όχι κατά απόλυτο τρόπο
όπως η Ύδρα.
Πάνω στο νησί υπάρχουν πολλά ιδιόκτητα κτήματα, όμως το κύριο σώμα του
νησιού είναι δασική έκταση, άσχετα αν σήμερα έχει χάσει τα δάση της.
Ευτυχώς μέχρι σήμερα οι βίλες και τα εξοχικά που κτίζονται ακολουθούν
την τοπική αρχιτεκτονική. Από την πόλη ξεκινούν
δρόμοι για ποδήλατο και μηχανάκια. Δεν φαίνεται να χάνει τον χαρακτήρα
του το νησί ούτε ο οικισμός του, αν και υπάρχει πίεση μεγάλη. Και εδώ
δεν σκέπτονται έχοντας γεμάτο το μυαλό τους με αγροτεμάχια και τιμές.
Για
τα νησιά μας είναι, ή πρέπει να είναι αυτονόητο το περιβαλλοντικό τους
ενδιαφέρον αλλά και η προστασία της θάλασσας, ώστε να γίνει εκ νέου
παραγωγική, και
συγχρόνως με αυστηρούς όρους διαθέσιμη για κάθε τουριστική και
ψυχαγωγική χρήση. Γιατί τα κύρια αλιευτικά πεδία είναι τρόπον τινά
‘χωρικά ύδατα’ και ‘ζώνες εκμετάλλευσης’ αυτών των νησιών. Τα νησιά μας,
τα νησιά της Ερμιονίδας, ζουν, λειτουργούν, δημιουργούν,
αναπτύσσονται σε διαφορετικό φαντασιακό από αυτό της Ερμιονίδας, όπου
πρυτανεύει η σχέση αγροτεμάχιο – τιμή πώλησης, αλλά και η ψευδαίσθηση
ότι μπορεί να ζει και να αναπτύσσεται η επαρχεία χωρίς αγροτικές και
μεταποιητικές δραστηριότητες, από τον τουρισμό
του εξοχικού και της βίλας. Η σημερινή Ερμιονίδα είναι το αποτέλεσμα
του αγροτεμαχίου και της μη προστασίας της καλλιεργήσιμης γης.
Μήπως λοιπόν πρέπει να αλλάξουμε; Και πρωτίστως μήπως πρέπει όλοι μαζί να οργανώσουμε έναν νέο τρόπο αντίληψης των
πραγμάτων της περιοχής μας;
Έρρωσθε,
Βασίλης Γκάτσος