Γράφει ο Βασίλης Γκάτσος
Κι ας είναι ΠΟΠ και αγουρέλαιο με φήμη.
Στο ράφι των Σούπερ Μάρκετ το ελαιόλαδο Μυλοποτάμου Κρήτης, που είναι ένας από τους μεγαλύτερους συνεταιρισμούς της χώρας, "γυρίζει" γύρω από τα 5.5 - 6 ευρώ το κιλό. Είναι καλό λάδι. Το δικό μας είναι καλύτερο, και αν είχαμε έναν μεγάλο συνεταιρισμό μπορούσε να πουλιέται στο ράφι 6.5 - 6 ευρώ το κιλό. Σε αυτές τις τιμές είναι η πλαστική συσκευασία του λίτρου σχεδόν όλων των λαδιών, εκτός από μερικά που φτάνουν και τα 8 ευρώ το κιλό, ως βιολογικά ή "εξαιρετικής ποιότητας" αν και δεν πιάνουν σε γεύση το δικό μας. Από κει και πάνω είναι τα brand names που δεν αναφέρονται στο μέσο καταναλωτή και στο νοικοκυριό.
Ο παραγωγό μας "απολαμβάνει τιμή" που μπορεί να αρχίζει από 3 ευρώ το κιλό, αλλά γρήγορα κατρακυλάει προς τα δύο ευρώ.
'Έτσι εύκολα έρχεται στο νου και στη γλώσσα η αιτία αυτής της μεγάλης διαφοράς: Οι μεσάζοντες. Δηλαδή πουλάω στο λιτρίβι, αυτό πουλάει στον έμπορο, αυτός σε άλλο έμπορο, αυτός στο Σούπερ Μάρκετ. Εν μέρει μπορεί να είναι αυτό σωστό. Από την άλλη, οι διεθνείς τιμές λαδιού για τον παραγωγό κυμαίνονται γύρω από αυτές που απολαμβάνει ο Έλληνας παραγωγός. Και εδώ οι μεσάζοντες .... παγκοσμίως; Δεν νομίζω.
Και ο Μυλοπόταμος ως συνεταιρισμός που αγοράζει από τον συνεταιρισμένο παραγωγό και πουλάει κατευθείαν στο Σούπερ Μάρκετ χωρίς μεσάζοντες; Ή θησαυρίζει ως συνεταιρισμός, ή πληρώνει πολύ καλά τους συνεταιρισμένους αγρότες.
Στην πράξη αυτό που καταφέρνει είναι να πληρώνει καλύτερα τον παραγωγό. Αντί δηλαδή να του δίνει 2.3 ευρώ το κιλό, του δίνει γύρω στα 3. Έτσι "κρατιέται" στην αγορά ο ελαιοπαραγωγός του συνεταιρισμού. Και αυτά τα 0.7 ευρώ που θα του δώσει ο συνεταιρισμός προέρχονται από οικονομίες κλίμακος, αφού λόγω μεγέθους ο συνεταιρισμός αγοράζει σε πολύ καλύτερες τιμές, λιπάσματα, μηχανήματα, φυτοφάρμακα, κ.λ.π. Θαύματα δεν γίνονται.
Και να θυμόμαστε και τον Μαρξ και το μέσο ποσοστό του κέρδους: Όταν έχεις ένα προϊόν που έχει μεγάλη ζήτηση στην αγορά, είσαι το πάνω χέρι στον καθορισμό της τιμής και το κέρδος είναι πολύ αυξημένο. Όμως αυτό το βλέπουν αυτοί που έχουν επενδύσει σε προϊόντα που φέρνουν πλέον μικρό κέρδος λόγω ανταγωνισμού και κορεσμού της αγοράς, και θα μετατοπίσουν τα λεφτά τους στην παραγωγή του προϊόντος σου. Με την αύξηση της παραγωγής, η αγορά θα κορεστεί, θα αρχίσει ο ανταγωνισμός, η πτώση των τιμών και του κέρδους.
Για την ελαιοκαλλιέργεια φυσικό είναι να κάνουν ελαιώνες και οι Κινέζοι και οι Αυστραλοί και οι Κορεάτες κ.λ.π., κ.λ.π. Πώς εμείς δεν είχαμε δει ακτινίδιο, και σήμερα εξάγουμε 260000 τόνους και άλλους τόσους τρώμε; Αυτό που εμείς κάναμε με το ακτινίδιο, θα το κάνουν άλλοι με το λάδι.
Όσο για τις επιδοτήσεις, όλο και θα μειώνονται. Μακροχρόνια δεν μπορεί ο αγρότης να ζει από τους φόρους άλλων εργαζομένων, αλλά από το εισόδημά του που δημιουργεί μέσα στην ανταγωνιστική αγορά.
Μονόδρομος:
1). Ένας μεγάλος συνεταιρισμός ελαιοπαραγωγών που θα καλύπτει ολόκληρη την Ερμιονίδα. (Παράδειγμα ο Μυλοπόταμος).
2). Μία ή δύο εταιρείες που θα καλλιεργούν ελιές και θα εμπορεύονται λάδι, στις οποίες θα ενταχθούν και ελεύθεροι καλλιεργητές.
3). Δημιουργία Brand Name από λίγους μικρούς καλλιεργητές με γνώσεις ντόπιας και διεθνούς αγοράς και του εμπορεύεσθαι. (δύσκολο, αφορά μικρές εξαιρετικές παραγωγές και όχι τους πολλούς. Αφορά ανθρώπους με πολλές γνώσεις, εμπειρία και οράματα).
Σήμερα περιμένουμε από το λάδι και λίγο από το ρόδι, γιατί με τα νερά που έχουμε (ποιότητα και ποσότητα) δεν αντέχουν άλλα δέντρα. Αν μας φέρουν άφθονο, φτηνό και καλό νερό, τότε οι αγρότες θα έχουν επιλογές πέρα από ελιές και ρόδια. Μη ξεχνάμε ότι όσο είχαμε νερά, τροφοδοτούσαμε με εκατοντάδες τόνους την Πρωτεύουσα, πορτοκάλια, μανταρίνια, κολοκυθάκι, ντομάτα, μελιτζάνα, πεπόνια κ.α. Δηλαδή με Ανάβαλο και Φράγματα οι καλλιέργειες θα αλλάξουν και στον τόπο μας. Μπορεί να αλλάξει ο τόπος μας και προς άλλες κατευθύνσεις. Δηλαδή, αν έχουμε την προσεχή δεκαετία μεγάλη ανάπτυξη και Ανάβαλο και Φράγματα, τότε πιθανόν να ξαναρχίσει η αγορά κτημάτων για εξοχικά τα οποία με φθηνό νερό μπορούν να γίνουν παραγωγικότατα μικρά κτήματα. Δηλαδή από τη μια κανονική αγροτική παραγωγή, και από την άλλη ιδιωτική παραγωγή των εξοχικών. Και αυτό το σχήμα είναι πολύ καλό.
Το βέβαιο είναι ότι η σημερινή κατάσταση στα αγροτικά πράγματα δεν πάει άλλο. Λύση δεν προσφέρει κανένας, από κανένα γραφείο. Η λύση είναι στα μυαλά και στα χέρια των αγροτών μας. Τότε θα έχει έννοια και η κρατική βοήθεια, και η βοήθεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αλλιώς βγάζουμε νερό με το κοφίνι.
Βασίλης Γκάτσος
26-11-2020