Γράφει ο Βασίλης Γκάτσος (Μετά τις εκλογές για να μην επηρεαστούν οι ψηφοφόροι) |
Ερμιόνη όμως δεν είναι μόνο η παραλιακή ζώνη, το Λιμάνι, τα Μαντράκια και το Μπίστι. Η κύρια επέκταση του οικισμού έχει γίνει στο λόφο των Μύλων. Μπορούμε να πούμε ότι ο κύριος πληθυσμός της Ερμιόνης κατοικεί στην "ορεινή" Ερμιόνη με κέντρο τούς δύο ναούς και την πλατεία του Καποδιστριακού (Μπουσουλόντα). Μια καλοκαιρινή βραδινή βόλτα στα δρομάκια της "ορεινής" και δεν συναντάς άνθρωπο! Δεν υπάρχει κανένα "στέκι", ούτε καφενείο, ούτε εστιατόριο, ούτε ταβέρνα, ούτε καφέ να πιεις στα όρθια που λέμε, δηλαδή καφέ χιώτικο! Εκτός από κάνα δύο σημεία, σκοτάδι παντού. Και όμως, αν πάμε με την ... παλιά ορολογία, εδώ είναι το κέντρο της Ερμιόνης, οι δύο μοναδικοί ναοί της, η Δημοτική Βιβλιοθήκη, το Ιστορικό και Λαογραφικό Μουσείο Ερμιόνης, το Μουσείο Παιχνιδιών, ενώ και το πνευματικό κέντρο Συγγρού στους "πρόποδες" της "ορεινής" συγκαταλέγεται, και όχι στο Λιμάνι. Α! ναι, και ένα ηρωικό Μανάβικο! Λείπει το "Δημαρχείο", αλλά πλέον δεν έχουμε τέτοιο, άλλωστε το ΔΣ της Δημοτικής μας Κοινότητας δεν είναι παρά ένα συμβουλευτικό όργανο του Δήμου. Σε αυτό το κέντρο εντάσσονται και οι ναοί Αγίου Νικοδήμου και Αγίας Ερμιόνης (Παρ' ολίγον πολιούχος της Ερμιόνης). Κάποτε το καλοκαίρι η ταβέρνα του Παντελή Μενεξή και του Απόστολου Σιφναίου (αυτή στην αυλή του σπιτιού του) ήταν τίγκα στον κόσμο. Δεν είναι το ότι οι κάτοικοι κατεβαίνουν στην παραλία. Δεν υπάρχει δημόσιος χώρος, δεν υπάρχει πλατεία. Κάποτε, πριν δεκαετίες, διορατικοί Κοινοτάρχες σχεδίαζαν να αγοράσουν πολλά σπίτια μεταξύ ναού Παναγίας και Ταξιαρχών, να τα γκρέμιζαν και να έφτιαχναν μια μεγάλη πλατεία. Αν το είχαν κάνει, θα ήταν κέντρο της "ορεινής" με ταβέρνες, φαγάδικα, στέκια. Δεν έγινε ποτέ. Κάποτε η περιουσία της Κοινότητας εντός του οικισμού ήταν μεγάλη, περίπου το 1/3 της έκτασής του, κυρίως στο Μπίστι και στους Μύλους. Πουλήθηκε όλη ως οικόπεδα και τα χρήματα πήγαν (η "αξιοποίηση" της οικοπεδικής περιουσίας της Κοινότητας Ερμιόνης είχε και αυτή τα παρατράγουδά της) για τις ανάγκες της Κοινότητας χωρίς τελικά να δοθεί ούτε δραχμή για αυτή την "ονειρική" πλατεία. Στερνή μας γνώση .... Και τώρα τι γίνεται; Μένει η διέξοδος προς Αγία Ερμιόνη, Άγιο Νικόδημο, Δεξαμενή. Όπως βλέπουμε στη φωτογραφία η κορυφογραμμή που ορίζεται με πράσινο χρώμα έχει έκταση περίπου 50 στρέμματα (περίπου 70 στρ. είναι το Μπίστι). Η θέα είναι εξαιρετική. Το καλοκαίρι φυσάει δροσερό αεράκι, δεν έχει την υγρασία της παραλίας. - Σε αυτό το χώρο μπορούν να ξαναχτιστουν οι 8 ανεμόμυλοι (ο Δήμος Ύδρας ήδη ανακατασκευάζει τους ανεμόμυλους εκ θεμελίων. Έχει Δήμαρχο εξαιρετικό, όπως ήταν και ο προηγούμενος, και οι δύο με λατρεία για τον τόπο τους). - Να δημιουργηθούν 2-3 μεγάλα κέντρα με χαμηλό κτίσμα που ο Δήμος να τα νοικιάζει. - Να γίνει ένα μικρό, οργανωμένο πάρκο κυκλοφοριακής αγωγής για τους πιτσιρικάδες. - Μεγάλο πάρκινγκ αυτοκινήτων. - Περιφερειακά της πράσινης περιοχής να ανοιχτούν πεζόδρομοι και ποδηλατόδρομοι. Άνετα μπορούν να έχουν συνολικό μήκος 3-4 χιλιόμετρα. - Οι ανεμόμυλοι να χρησιμοποιηθούν για πολιτιστικές δράσεις και διδακτικούς σκοπούς (εκθέσεις, λειτουργία ανεμόμυλου - υδρόμυλου, στάρι - αλεύρι - ψωμί, κ.λ.π. με χρήση ψηφιακών μέσων και προβολών. Έτσι θα βρουν διέξοδο και οι κάτοικοι της "ορεινής" Ερμιόνης, αλλά και οι επισκέπτες ένα θαυμάσιο τόπο. Κλείνοντας τα "Καλοκαιρινά 2023", νομίζω ότι έχει γίνει πλέον κατανοητό πως η "η τουριστική" αναμόρφωση που υφίσταται χρόνια τώρα η Ερμιόνη, η "αξιοποίηση" των λιμένων της και της περιφερειακής λιμενικής ζώνης, η "αξιοποίηση" τής άλλοτε μεγάλης οικοπεδικής περιουσίας της Κοινότητας, στρίμωξε τελικά τους κατοίκους της στα σπίτια τους και μάλιστα σε νεόκτιστα χωρίς αυλές. Κάτι το τελείως ξένο, γιατί οι Ερμιονίτες ζούσαν πραγματικά έξω από τα σπίτια τους από μικρά παιδιά, βιώνοντας ελεύθερα τον οικισμό τους και τη θάλασσά του, βιώνοντας την παράδοση του τόπου τους και των ανθρώπων του. Σήμερα καλούνται να είναι απλοί θεατές "πολιτιστικών" τάχατες δρώμενων. Θυμάμαι, δεκαετία 1980, έναν Υδραίο που με τη γυναίκα του άφησαν την Ύδρα και ζούσαν στην Ερμιόνη. Η Ερμιόνη μόλις είχε αρχίσει το ανοσιούργημα, το μπάζωμα των Μαντρακιών. Ακόμη υπήρχε χώμα, βάρκες - καΐκια αραγμένα ή τραβηγμένα στη στεριά. Τον είχα ρωτήσει καθώς ερχόταν συχνά στην παρέα μας στο καφενείο: "Πώς κι άφησες την ωραία Ύδρα και ήλθες στα μέρη μας;". Απάντηση: "Γιατί εδώ ζείτε και περνάτε ωραία". Ο νοών νοείτω. Βασίλης Γκάτσος |