Και δεν είναι μόνον τα ΑΠΕ πρόβλημα.
Γράφει ο Βασίλης Γκάτσος
Στην Ερμιονίδα αναλογεί ένας αριθμός εγκαταστάσεων ΑΠΕ σύμφωνα με την αρχή «ο ρυπαίνων πληρώνει». Για
αυτό
μιλάμε. Ο Δήμος προ πολλού έπρεπε να είχε διαβουλευτεί έστω και μόνον
με αυτούς τους πολίτες που έχει ορίσει ως διαβουλευτές και να είχε πάρει
ξεκάθαρα τις αποφάσεις
του. Δηλαδή να είχε πει ότι εμείς σύμφωνα με...
...... τον πληθυσμό, την
τουριστική δραστηριότητα κ.λ.π. λαμβάνοντας υπ’ όψιν και την συνεισφορά
μας στις ανάγκες της βιομηχανίας, των συγκοινωνιών κ.λ.π. της χώρας μας,
αποδεχόμεθα αυτές τις εγκαταστάσεις ΑΠΕ συνολικής
ισχύος τάδε. Και ορίζουμε τις τάδε θέσεις όπου μπορεί να χρησιμοποιήσει
ο οποιοσδήποτε επενδυτής κρίνει ότι τον συμφέρει, και σε κάθε θέση
βάζουμε το τάδε όριο ισχύος. Ως Δήμος και ως κοινωνία αποδεχόμεθα αυτό
που μας αναλογεί, αυτό που επιβάλλει η περιβαλλοντική
ηθική. Και απαγορεύουμε τη χρήση ιδιωτικής ή δημόσιας καλλιεργήσιμης
γης για αυτές τις επενδύσεις. Αυτά να τα πάλευε και να τα επέβαλε στη
τότε νομαρχία, στην περιφέρεια και στο αρμόδιο υπουργείο, γιατί ήταν
απολύτως δίκαια και λογικά. Και όχι να κάνει ευχές
του τύπου εμείς ως Δήμος αγαπάμε τα ΑΠΕ, θα φροντίσουμε για την
ανάπτυξη πράσινης συνείδησης, θα επενδύσουμε στην ιδέα των ΑΠΕ και άλλες
τέτοιες φούσκες.
Για
αυτό τα θέμα μιλάμε.
Είναι
τελείως άλλο θέμα η επένδυση σε ΑΠΕ κερδοσκοπικού χαρακτήρα. Δηλαδή
επειδή έχουμε πολύ καλό κλίμα, έχουμε ηλιοφάνεια σχεδόν όλο το χρόνο,
έχουμε επαρκή
δίκτυα υψηλής τάσης, έχουμε ανέμους και προσιτές κορυφογραμμές, έχουμε
μεγάλες εκτάσεις άγονης δημόσιας γης, να μπορεί ελεύθερα και με
συνοπτικές διαδικασίες οποιαδήποτε εταιρεία να φτιάχνει ΑΠΕ οπουδήποτε.
Δηλαδή η Ερμιονίδα να μετατραπεί σε βιομηχανική ζώνη
παραγωγής πράσινου ρεύματος. Φυσικά ο Δήμος και πάλι μπορεί να δεχθεί
ένα λογικό αριθμό τέτοιων επενδύσεων αν κρίνει ότι είναι προς το
συμφέρον όλων μας, όπως έκανε μάλλον ο της Τροιζηνίας.
Για
αυτό το θέμα δεν μίλησε κανένας.
Αλλά για την Ερμιονίδα και τον Δήμο μας ξαφνικά το μέγιστο πρόβλημα έγιναν τα ΑΠΕ;
Αν
εκμεταλλευτούν όλες τις εκτάσεις που δίνονται για ιχθυοκαλλιέργεια οι
επενδυτές στην Ερμιονίδα δεν θα γίνουμε βιομηχανική ζώνη παραγωγής
τσιπούρας και λαβρακιού;
Αν
πουληθούν όλα τα ιδιωτικά κτήματα (γιατί έτσι που πάμε, προς τα κει
πάμε) και συγκεντρώσουν ιδιοκτησία εταιρείες ξενοδοχείων δεν θα γίνουμε
βιομηχανική ζώνη
παραγωγής τουριστικού προϊόντος;
Αν
φέρουμε άφθονο νερό από τον Ανάβαλο και αρχίσουμε τις υπερεντατικές
καλλιέργειες με λιπάσματα και φυτοφάρμακα δεν θα γίνουμε μια βιομηχανία
φτηνών τροφίμων
με ανυπολόγιστες επιπτώσεις στο περιβάλλον και την υγεία μας;
Αν γεμίσουμε εξοχικά και βίλες δεν θα γίνουμε προάστιο της Αθήνας;
Ο Δήμος ας αποφασίσει
τι θέλει να είναι,
γιατί κίνδυνος και πρόβλημα δεν είναι μόνον τα ΑΠΕ. Και οι μέχρι τώρα
αποφάσεις, το μέχρι τώρα φαντασιακό της Ερμιονίδας, οδηγεί με μαθηματική
ακρίβεια σε ένα μέγα πλήθος
ακτημόνων αυτοχθόνων και μεταναστών που στριμωγμένο στους οικισμούς θα
ψάχνει για μεροκάματο και θα ζει βλέποντας τη ζωή των άλλων σαν να
βλέπει τηλεόραση. Την ίδια στιγμή που οι Υδραίοι θα είναι κύριοι του
θαυμάσιου και ανέγγιχτου νησιού τους και θα πληρώνεις
χρυσάφι για ένα βράδυ στην Ύδρα, ή για να περπατήσεις τα ονειρικά
μονοπάτια του νησιού. Γι’ αυτό και τα σκαλιά του ναού των Ταξιαρχών
κύριε Δήμαρχε δεν είναι θέμα συμβιβαστικής λύσης. Δεν τα θέλουμε ως
έκθεμα. Τα θέλουμε εκεί που ήσαν, γιατί το θέμα δεν είναι
εκκλησιαστικό αλλά της αρμόδιας αρχαιολογικής υπηρεσίας. Είναι μέρος
ιστορικού μνημείου και πρέπει να αποκατασταθούν. Κατ’ αναλογία, αν ο
φυλακισμένος ναός του αγίου Αιμιλιανού μετατοπιζόταν από τη θέση του με
νομιμοφανείς ενέργειες περιοίκων, θα δεχόσαστε
την τοποθέτησή του σε ένα λόφο του Πορτοχελίου και στη θέση του να
βάλλετε μια φωτογραφία και επεξηγηματική πινακίδα;
Δεν έχουμε ως Δήμος και κοινωνία τολμήσει να ορίσουμε το μέτρο για την περιοχή μας.
Η μεγαλύτερη επιχείρηση κερδοσκοπικού χαρακτήρα στην Ερμιονίδα είμαστε εμείς οι ίδιοι
που κερδοσκοπούμε αναλώνοντας την καλλιεργήσιμη γη, τη θάλασσά μας, το
τοπίο μας, την αισθητική των οικισμών μας, προφασιζόμενοι,
τρομάρα μας, ότι αξιοποιούμε τάχατες τη γη των προγόνων μας όντας
συγχρόνως και υπερήφανοι για τον πολιτιζμό μας. Άμα όμως φανεί στον
ορίζοντα επενδυτής του πέφτουμε πάνω του κερδοσκόπου. Φυσικά και
χρειαζόμαστε επενδύσεις, το μέτρο όμως αποφεύγουμε να το
ορίσουμε για τον τόπο μας.
Ο
Δήμαρχός μας όπως και οι προηγούμενοι, δεν έχει κατανοήσει ότι ο Δήμος
του σε λίγο χάνει από τον έλεγχό του μέγα μέρος της επικράτειάς του; Το
καλοκαίρι ας
τολμήσει να πάει για μπάνιο στον κολπίσκο του Αγίου Αιμιλιανού, ή να
αράξει εκεί για μπάνιο με τους φίλους του. Ας πάει στο νησί της Κοιλάδας
να μαζέψει άγριες σπέντζες όπως κάναμε μικροί. Η ελευθερία, η
αξιοπρέπεια, η ανεξαρτησία, διαρρέουν ανεπαισθήτως και
όταν το συνειδητοποιήσουμε είναι πλέον αργά. Το ίδιο έγινε και με τα
δανικά της χώρας και με το πελατειακό σύστημα της πολιτικής κάστας.
Ανεπαισθήτως φτάσαμε εδώ που φτάσαμε μόνον που πλέον είναι αργά.
Σημείωση:
Νέα αγάπη των οικολογούντων
ο κέδρος! Το βένιο τους φαίνεται λιγάκι αρβανίτικο και το βενιοδάσος ή
βενιάς δεν λέει. Κέδρο θα το λέμε πλέον το βένιο, γιατί παραπέμπει στον
κέδρο του Λιβάνου, οπότε και το κεδροδάσος λέει και παραλέει. Σημαίνει
άλλες σημασίες (και πάλι να διαβάσουμε τον
Αρχοντοχωριάτη του Μολιέρου στο σημείο που ανακάλυψε ότι όλα όσα
μιλούσε τόσα χρόνια ήταν πεζός λόγος). Ώστε όλα αυτά τα βένια είναι
κέδρος ε; Και ακούσατε ποτέ προγονό μας να μιλάει για βενιοδάση ή
κεδροδάση των Διδύμων; Βενιά τον λέγανε και με περιφρόνηση,
γιατί γνωρίζανε ότι είναι το τέλος του δάσους, μετά το βένιο η
ερημοποίηση. Τα κόβανε για τα καμίνα και για πρέκια στα σπίτια.
Ξέρανε
οι πρόγονοί μας ότι στην περιοχή μας αυτό που ρυθμίζει την θερμοκρασία,
που τραβάει τις μπόρες και τις βροχές, που συγκρατεί απόλυτα το νερό
και το διοχετεύει
στη γη, που παράγει ένα στρώμα γονιμότατου εδάφους με τις πευκοβελόνες
του, που όταν πιάσει φωτιά, αν δεν βοσκήσουν γίδια, ξαναγίνεται σε λίγα
χρόνια και όχι σε αιώνες όπως το βένιο, αυτό είναι το πεύκο και το
βασίλειό του ο πευκώνας. Όπου χάθηκαν οι πευκώνες,
χάθηκαν και τα νερά. Όταν καεί ο πευκώνας δύο τρεις φορές και βοσκηθεί
συστηματικά, τότε με μαθηματική ακρίβεια δεν μένει ούτε ένα πεύκο. Τότε
ξεπηδούν τα άλλα είδη κυρίως σκίντα κουμαριές, βένια. Όμως στα
κακοτράχαλα ξεπλένεται το χώμα γρήγορα, το υπόγειο
επιφανειακό νερό χάνεται και επικρατεί σχεδόν αποκλειστικά το ξερικό
βένιο, το μόνο που αντέχει αυτές τις συνθήκες. Μετά το βένιο, δηλαδή άμα
το κάψουμε κι αυτό, έρχεται το κακοτράχαλο βουνό. Αυτό κάνανε αιώνες
τώρα οι ποιμένες μας από την ανάγκη της επιβίωσης.
Κατέστρεψαν τα τεράστια πευκοδάση της ορεινής Ερμιονίδας για να κάνουν
βοσκοτόπια και όχι για να δημιουργήσουν το θαυμαστό κεδροδάσος του
Διδύμου. Και όλο το χώμα του βουνού μαζεύτηκε στη γούβα των Διδύμων και
αυτό φαίνεται από τα πανωσηκώματα στο αρχαίο πηγάδι.
Γι’ αυτό και πλημμυρίζει ο κάμπος των Διδύμων.
Οικολογία
σημαίνει να ξανακάνουμε τα πευκοδάση του Διδύμου όρους τουλάχιστον εκεί
που δεν υπάρχουν βοσκοτόπια και σήμερα λίγα έχουν απομείνει.
Έρρωσθε,
Βασίλης Γκάτσος