Γράφει ο Βασίλης Γκάτσος |
Από νωρίς όμως είχε γίνει αντιληπτό ότι η ετήσια κατανάλωση 60 εξοχικών μόλις που μπορούσε να ζήσει μία τοπική οικογένεια......
Τη
δεκαετία του 1960, έως τα μέσα της δεκαετίας του 1970, η ύπαρξη ακόμη
υπόγειων νερών έδωσε μια γερή ώθηση και στις καλλιέργειες κυρίως
εσπεριδοειδών, ποτιστικής ελιάς, θερμοκηπίων, που όμως γρήγορα έχασε τη
δυναμική της λόγω έλλειψης καλού νερού.
Την
ίδια εποχή άνθισε και η αλιεία. Οι ψαράδες ήσαν πάντα φτωχοί (δύσκολη
δουλειά, φθαρτό προϊόν, μικρή αγορά), αλλά τα νέα εργαλεία (μηχανές,
βαρούλκα μηχανοκίνητα, νάιλον δίχτυα, βυθόμετρα) τους έδωσαν την
δυνατότητα να ψαρεύουν σε μακρινές αποστάσεις σχεδόν ανεξάρτητα από τον
καιρό αλλά και σε μεγαλύτερα βάθη. Εκεί βρήκαν αποθέματα ψαριών που οι
παλιοί δεν μπορούσαν να ψαρέψουν. Συγχρόνως η αγορά της πρωτεύουσας
μεγάλωνε συνέχεια, ενώ εκσυγχρονίστηκαν και τα μέσα μεταφοράς και ο
δρόμοι. Μέχρι που εξαντλήθηκαν και αυτά τα αποθέματα.
Αυτή η "παραγωγική αναλαμπή" στηρίχθηκε στην ανάλωση, μέχρι εξαντλήσεως, φυσικών πόρων
(νερού, αλιευμάτων, αλλά και κτημάτων που από καλλιεργήσιμα περνούσαν
στην κατάσταση του οικοπεδοποιήσιμου αγροτεμαχίου). Ανάλωση χωρίς
αναπλήρωση. Έτσι γρήγορα θάλασσα και καλλιέργειες πήραν την κατηφόρα.
Έμεινε
ο τόπος με τα εξοχικά του, όμως από το 2008 η μεγάλη κρίση μείωσε
δραματικά τις πωλήσεις και τις τιμές αγροτεμαχίων, όπως και την
κατανάλωση των εξοχικών. Έτσι η κρίση κτύπησε πάρα πολύ την τοπική
οικονομία, ενώ, αντίθετα, μέρη που είχαν σοβαρή αγροτική παραγωγή και
πραγματικό ξένο τουρισμό με υποδομή αεροδρομίων δεν αισθάνθηκαν τόσο
βαριά την κρίση και μάλλον της ξεπέρασαν εύκολα. Παράδειγμα η Κρήτη. Σε
εμάς ο ξενοδοχειακός τουρισμός ήταν κυρίως Πρωτευουσιάνικος και με την
κρίση περιορίστηκε και αυτός πάρα πολύ.
Ποτέ
η Ερμιονίδα δεν είχε φτάσει στην ανάγκη εκατοντάδων μερίδων φαγητού από
Εκκλησία, Δήμο, και Οργανώσεις αλληλεγγύης, απ' ότι επί των ημερών μας.
Ποτέ τόση ανεργία και αναγκαστική αεργία.
Αν
θεωρήσουμε την Ερμιονίδα σαν μια οικονομική μονάδα, η διοίκηση της θα
ανησυχούσε φοβερά για το μέλλον και θα σήμαινε συναγερμό. Θα συγκέντρωνε
όλα τα στελέχη της με θέμα: Πού πάμε και τι κάνουμε; Πιο είναι το
μέλλον μας και πώς το οικοδομούμε; Πια τα προβλήματά μας, αλλά κυρίως
πια είναι τα καλά μας στοιχεία που πρέπει να αναπτύξουμε; Τι πρέπει να
βελτιώσουμε, τι πρέπει νέο να κάνουμε (καινοτομία) και κυρίως πώς να αφήσουμε πίσω το χθες;
Θα μου πείτε ότι μια επιχείρηση έχει στελέχη, έχει τμήματα και διευθύνσεις, και μπορεί να το κάνει αυτό.
Αστειότητες.
Ο κάθε οργανισμός μπορεί να το κάνει αυτό, ακόμη και οι οργανισμοί
κοινής ωφελείας, όπως είναι ο Δήμος, η εκκλησία, τα σχολεία, οργανώσεις
κ.λ.π., δηλαδή και οι μη κερδοσκοπικοί οργανισμοί, υπόκεινται στους
ίδιους κανόνες διοίκησης με τους κερδοσκοπικούς.
Είναι τεράστιο σφάλμα να αφήνεται μια επαρχία ΑΔΙΟΙΚΗΤΟΣ
τώρα μάλιστα που ο Δήμος της είναι Επαρχιακός και όχι τοπικός, που η
Εκκλησία της είναι Επαρχιακή και συγχρόνως Υπερεπαρχιακή και η
εκπαίδευσή της ομοίως. Μια επαρχία που έχει μεγάλες τουριστικές μονάδες
υπερεπαρχιακής μέχρι και διεθνούς εμβέλειας, χωρίς να λείπουν και μικρές
παραγωγικές μονάδες που μπορούν να δουν την επαρχία ως όλον, να
δουν δηλαδή πέρα από τον κερδοσκοπικό τους χαρακτήρα.
Οίκηση είναι η κατοίκηση. Είναι η οικογένεια που κατοικεί σε ένα χώρο, τον οίκο, με τις λειτουργίες του. Διοίκηση είναι η ευθύνη να δώσουμε στον οίκο ό,τι έννοια έχει συσσωρεύσει με τους αιώνες η γλώσσα μας στη πρόθεση "διά":
Να έχει ο οίκος διάρκεια, να έχει εξασφάλιση πόρων, να αναπτύσσεται
βάσει διαδικασιών, να μεγεθύνεται, να είναι υγιής, να συνεργάζονται τα
μέλη του, να συν-χαίρονται και να συν-σκέπτονται, να προοδεύουν υλικά
και πνευματικά, να έχει "δούναι και λαβείν¨ ο οίκος με τον έξω κόσμο, να
μη ζει μέσα στον εαυτό του και την πραγματικότητά του. Όλα αυτά δηλαδή
που εύχεται η εκκλησία για τον οίκο και όλα αυτά που εύχονται οι γονείς.
Διότι
ένας οίκος είναι η Ερμιονίδα που συν-οικεί με την Ύδρα και τις Σπέτσες
και συν-γειτονεύει με την Επίδαυρο και την Τροιζηνία - Πόρο. Ολοι οίκοι
καταδικασμένοι από την Ιστορία σε ευτυχή συμπόρευση.
Υπεύθυνοι
ξενοδοχειακών μονάδων, ενοικιαζομένων σπιτιών, καλλιεργητές
και αλιείς που έχουν κάτι να επιδείξουν, ιχθυοκαλλιεργητές, παραγωγοί
ενέργειας, μεταποιητές παραδοσιακοί και καινοτόμοι,
εκπαιδευτικοί, επαγγελματίες και τόσοι άλλοι ατομικά ή μέσω συλλογικών
τους οργάνων, Δήμος και Εκκλησία, είναι οι φύσει φορείς του μέλλοντος
του τόπου μας. Αυτοί είναι τα στελέχη της Ερμιονίδας, από αυτούς θα
προέλθει η ουσιαστική ΔΙΟΙΚΗΣΗ της Ερμιονίδας. Οι βουλευτές, πρώην και
νυν, οι της Περιφερειακής Διοίκησης, πρώην και νυν, δεν έχουν καμία θέση
στη Διοίκηση του τόπου μας, δηλαδή είναι έξω από τη Διοίκηση του τόπου
μας. Η Διοίκηση του τόπου μας θα έχει δούναι και λαβείν μαζί τους, όταν
είναι αναγκαίο, και σύμφωνα με το θεσμικό τους ρόλο και όχι την όποια
κομματική ή άλλη στράτευσή τους. Πέραν τούτου, τίποτ' άλλο δεν περιμένει
απ' αυτούς ο τόπος μας.
Και πώς όλοι αυτοί θα μαζευτούν, ώστε να γίνουν ο φορέας Διοίκησης*;
Αυτό είναι έργο της Εκκλησίας, του Δήμου και των Τοπικών Κοινοτήτων. Να συγκαλέσουν και να δώσουν το στίγμα της συνέγερσης.
*
Υπάρχει το προηγούμενο σε μικρά μέρη, χωριουδάκια ή νησάκια, που ένας
Κοινοτάρχης με λίγους γύρω του πρωτοστάτησαν, έγιναν δηλαδή Διοίκηση του
τόπου τους, και τον απογείωσαν.
Υπάρχει
το προηγούμενο μεγάλοι Επιχειρηματίες και Εφοπλιστές να έγιναν Διοίκηση
του τόπου τους, συνήθως τόπου καταγωγής, και να τον απογείωσαν.
Υπάρχει
το προηγούμενο η εγκατάσταση σε ένα τόπο μιας μεγάλης οικονομικής
μονάδας με ιδιοκτήτη ντόπιο να ανέβηκε στο επίπεδο Διοίκησης του τόπου
και να το απογείωσε.
Δεν διαφαίνεται κάτι τέτοιο για τον τόπο μας. Όμως ο τόπος μας έχει ιστορικές καταβολές στις οποίες πρέπει να ενσκήψει. Έχει τα Κοινά των Υδραίων και των Σπετσιωτών που ως Διοίκηση μεγαλούργησαν.
Ας
τα ανακαλύψουμε, ας τα επαναφέρουμε στο προσκήνιο. Δεν υπάρχει άλλη
οδός: Καιρός να πάρουν το τιμόνι τού τόπου μας οι πραγματικά παραγωγικοί
κάτοικοί του, όπως παλιά το πήραν, οι αξιωματικοί, οι πλοίαρχοι και οι
πλοιοκτήτες στα ξερονήσια μας.
Β. Γκάτσος