''ΓΙΑ ΝΑ ΜΑΘΑΙΝΟΥΝ ΟΙ ΝΕΟΙ ΚΑΙ....ΝΑ ΜΗΝ ΞΕΧΝΟΥΝ ΟΙ ΠΑΛΙΟΙ !!!''
Το όχι και τόσο μακρινό 1990, ο υπουργός Παιδείας της κυβέρνησης Μητσοτάκη, Βασίλης Κοντογιαννόπουλος, ετοίμασε ένα νομοσχέδιο για το οποίο θα ήταν υπερήφανο κάθε απολυταρχικό καθεστώς. Το «νομοσχέδιο Κοντογιαννόπουλου» προέβλεπε μεταξύ άλλων:
γραπτές εξετάσεις και αριθμητική βαθμολογία στο δημοτικό
σύστημα πόντων για τον έλεγχο της συμπεριφοράς των μαθητών εντός και.....
εκτός σχολείου
κατάργηση των μαθητικών γενικών συνελεύσεων
επιβολή «ομοιόμορφης εμφάνισης» στους μαθητές
έπαρση σημαίας και υποχρεωτικό εκκλησιασμό
κατάργηση των δωρεάν συγγραμμάτων στα πανεπιστήμια
περικοπή φοιτητικής συμμετοχής στα όργανα συνδιοίκησης των ΑΕΙ
κατάργηση του πανεπιστημιακού ασύλου
Η αντίδραση της κοινωνίας εκφράστηκε μέσα από μαζικές καταλήψεις σχολείων και πανεπιστημίων (πάνω από 65% των σχολείων της χώρας βρισκόταν υπό κατάληψη), ενώ σε σχεδόν όλες τις πόλεις της χώρας οι διαδηλώσεις ήταν καθημερινό φαινόμενο. Ο εξεγερμένος κόσμος τότε, όπως πάντοτε σε αντίστοιχες περιπτώσεις, δεν είχε απέναντί του μόνο το κράτος, αλλά και το παρακράτος. Και δυστυχώς για τον Νίκο Τεμπονέρα, έναν 38χρονο συνδικαλιστή καθηγητή και μέλος της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς (με το Εργατικό Αντιιμπεριαλιστικό Μέτωπο), το παρακράτος του 1990 ήταν σκληρό, οργανωμένο και αδίστακτο.
Η Δολοφονία
Ο Γιάννης Καλαμπόκας, τότε πρόεδρος της ΟΝΝΕΔ Αχαΐας και μέλος του Δημοτικού Συμβουλίου της Πάτρας, ήταν ο επικεφαλής μίας ομάδας τραμπούκων που είχε συσταθεί στην Πάτρα με τις ευλογίες της κυβέρνησης, με σκοπό το σπάσιμο των καταλήψεων. Στην ίδια ομάδα ήταν επίσης και οι Μαραγκός, Σπίνος και Γραμματίκας, όλοι μέλη της τοπικής Νέας Δημοκρατίας.
Στις 8 Ιανουαρίου 1991, στις 19:30 περίπου η ομάδα αυτή εισέβαλλε στο 3ο Γυμνάσιο-Λύκειο Πατρών. Οι τραμπούκοι, αφού χτύπησαν όσους μαθητές βρίσκονταν μέσα, τους έδιωξαν από το σχολείο και παρέμειναν μέσα σε αυτό. Σύντομα έξω από την πόρτα μαζεύτηκε πλήθος περίοικων, μαθητών, γονέων, καθηγητών και πολιτικών φορέων της αντιπολίτευσης, οι οποίοι ζητούσαν από τον Καλαμπόκα και τους υπόλοιπους να φύγουν. Αυτοί αρνήθηκαν, τα πνεύματα οξύνθηκαν, και όταν το συγκεντρωμένο πλήθος προσπάθησε να ανοίξει την πόρτα του σχολείου, ο Καλαμπόκας και η ομάδα του όρμησαν προς τα έξω κρατώντας σιδερολοστούς και χτυπώντας όποιον έβρισκαν μπροστά τους. Ένας από αυτούς ήταν και ο Νίκος Τεμπονέρας, ο οποίος, σύμφωνα με μαρτυρίες αυτόπτων μαρτύρων, δέχτηκε χτύπημα από τον ίδιο τον Καλαμπόκα -όπως κατέθεσαν αρκετοί αυτόπτες μάρτυρες- και έπεσε στο έδαφος, με το κεφάλι του ανοιγμένο.
Το γεγονός αυτό συνέβη περίπου στις 23:30 το βράδυ. Παρ' ότι οι περίοικοι είχαν καλέσει την αστυνομία από πολύ νωρίτερα, αυτή δεν είχε κάνει ακόμα την εμφάνισή της, οπότε η ομάδα του Καλαμπόκα εκμεταλλευόμενη το σοκ του πλήθους διέφυγε ανενόχλητη. Ο Νίκος Τεμπονέρας μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο αλλά ήταν ήδη κλινικά νεκρός. Απεβίωσε τα ξημερώματα της επόμενης ημέρας.
Οι Επόμενες Ημέρες
Η δολοφονία του Νίκου Τεμπονέρα συγκλόνισε τη χώρα και ανάγκασε τον υπουργό Παιδείας (που θεωρήθηκε από πολλούς ως ο ηθικός αυτουργός της δολοφονίας) να υποβάλλει την παραίτησή του. Στην κηδεία του καθηγητή παραβρέθηκαν περισσότεροι από 50.000 πολίτες φωνάζοντας συνθήματα και ζητώντας να συλληφθούν και να δικαστούν οι δολοφόνοι του, οι οποίοι στο μεταξύ είχαν γίνει άφαντοι. Καθώς η νεκρώσιμη πομπή περνούσε από την πλατεία Γεωργίου, κάποιος άρχισε να πετάει πέτρες. Κάποιοι από την πορεία κινήθηκαν εναντίον του, αυτός τράβηξε μαχαίρι αλλά τελικά οι διαδηλωτές κατάφεραν να τον ακινητοποιήσουν. Τότε οι αστυνομικές δυνάμεις που επιτηρούσαν την πορεία επενέβησαν, όχι για να τον συλλάβουν, αλλά για να τον γλυτώσουν από τους διαδηλωτές. Μια αστυνομική κλούβα τον φυγάδευσε προς την Ασφάλεια και ξεκίνησαν βίαια επεισόδια που κράτησαν μέχρι τις 5 το πρωί.
Οι ημέρες που ακολούθησαν ήταν εκρηκτικές, με συνεχείς μαζικές διαδηλώσεις τις οποίες η κυβέρνηση επέλεξε να αντιμετωπίσει με σκληρή καταστολή. Αποκορύφωμα των συγκρούσεων ήταν ο εμπρησμός του καταστήματος Κ. Μαρούση στην Αθήνα -από δακρυγόνο που έριξαν τα ΜΑΤ, κατά πάσα πιθανότητα- που είχε ως αποτέλεσμα το θάνατο τριών ακόμα ανθρώπων!Ο Γιάννης Καλαμπόκας και οι υπόλοιποι εμπλεκόμενοι στη δολοφονία αναζητούνταν για 6 ολόκληρες ημέρες πριν τελικά παραδοθούν στις αρχές. Αποδείχτηκε ότι κρύβονταν, μετά από συμβουλή του δικηγόρου τους Παύλου Μαρινάκη, μετέπειτα προέδρου της Ν.Δ. Αχαΐας.
Τελικά η δίκη των δολοφόνων έγινε στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Βόλου. Ο Καλαμπόκας, που θεωρήθηκε ο φυσικός αυτουργός της δολοφονίας, αρχικά καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη για ανθρωποκτονία εκ προμελέτης. Στην έφεση όμως κατάφερε να μειώσει την ποινή του, και τελικά αποφυλακίστηκε στις 2 Φεβρουαρίου 1998 λόγω καλής διαγωγής. Μέχρι και σήμερα ισχυρίζεται πως είναι αθώος και πως τη δολοφονία έκανε ο συναγωνιστής του στην ΟΝΝΕΔ, Αλέκος Μαραγκός. Ζει και εργάζεται στο Βόλο, διορισμένος ως υπεύθυνος παραρτήματος της Εθνικής Τράπεζας.
Αξίζει να δείτε το ανατριχιαστικό ρεπορτάζ του Χάρη Καραβαγγέλη για τα γεγονότα:
Ζει
Μετά από πρωτοβουλία της ΕΛΜΕ Αχαΐας, το σχολικό συγκρότημα 3ου Γυμνασίου-Λυκείου και ο δρόμος που περνάει από εκεί πήραν το όνομα του αδικοχαμένου καθηγητή. Αυτή η ονοματοδοσία είναι ακόμα και σήμερα ανεπίσημη, μιας και ο Δήμος Πάτρας δεν έχει αποφασίσει να την επικυρώσει, παρά τις πιέσεις που δέχεται κατά καιρούς από την ΕΛΜΕ Αχαΐας. Στο μνημείο που στήθηκε στην είσοδο του σχολείου, σκαλίστηκε η επιγραφή «ΕΔΩ ΘΥΣΙΑΣΤΗΚΕ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΙΔΕΙΑ Ο ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΝΙΚΟΣ ΤΕΜΠΟΝΕΡΑΣ, ΣΤΙΣ 8 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 1991», μία διατύπωση που περισσότερο εξομαλύνει τις εντυπώσεις παρά διατηρεί την ιστορική μνήμη.
Το μνημείο έχει γίνει αρκετές φορές στόχος ανεγκέφαλων, που βλέπουν μάλλον με θαυμασμό τον δολοφόνο ομοϊδεάτη τους. Τέτοιες αντιλήψεις, δυστυχώς φαίνεται πως ευδοκιμούν ακόμα και στα υψηλά κλιμάκια της Νέας Δημοκρατίας: τον Φεβρουάριο του 2008, ο τότε νεοεκλεγείς βουλευτής Νίκος Παπαδημάτος κλήθηκε να κάνει την κοπή της πρωτοχρονιάτικης πίτας κάποιων Τοπικών Επιτροπών της παράταξης, και θεώρησε σκόπιμο να αφιερώσει ένα κομμάτι στον Γιάννη Καλαμπόκα. Η δήλωση που φέρεται να έκανε, ήταν: «η παράταξη, δεν πρέπει να ξεχνά τους αγωνιστές της όπως τον αγωνιστή Γιάννη Καλαμπόκα»! Και για να μην ξεχνιόμαστε, ο τότε υπουργός Παιδείας, Βασίλης Κοντογιαννόπουλος, προσχώρησε στο ΠΑ.ΣΟ.Κ. και ήταν ενεργό πολιτικό του μέλος από το 2000 μέχρι και το 2009, οπότε και αποχώρησε αυτοβούλως για να ενταχθεί στη «Δράση» του Στέφανου Μάνου.
Στον αντίποδα, η μνήμη του Νίκου Τεμπονέρα τιμάται ακόμα και σήμερα από την εκπαιδευτική κοινότητα και την αριστερά κάθε χρόνο στις 9 Ιανουαρίου, με κατάθεσης στεφανιών στο μνημείο και πορεία στους δρόμους της πόλης.
PATRINAKI