Γραφει ο Βασίλης Γκάτσος
|
Ωραία είναι η μακέτα της Μαρίνας Πορτοχελίου, όπου εμφανίζονται κτίσματα επί των μπαζωμάτων. Αλλά:
1.
Το μπάζωμα της θάλασσας μεταφέρει τη ζώνη αιγιαλού αρκετά μέτρα μέσα
στη θάλασσα. Αυτός που το οικόπεδό του απείχε 10 μέτρα από τη θάλασσα,
τώρα μπορεί να απέχει 50 και να μπορεί να κτίσει. Ο παραλιακός στενός
δρόμος μπορεί τώρα να φαρδύνει απλωνόμενος στα μπαζώματα εκεί που πριν
δεν μπορούσε γιατί ήταν αιγιαλός. κ.λ.π.
2.
Όταν η πολεοδομία υπογράψει τις οικοδομικές άδειες για τα κτίσματα επί
των μπαζωμάτων, πώς θα τα θεωρήσει ως οικόπεδο οικοδομήσιμο;
3. Τελικά, πώς μία θαλάσσια έκταση που προέρχεται από μπάζωμα, γίνεται οικοδομήσιμη;
Αντιλαμβάνεται
ο αναγνώστης ότι δεν πρόκειται για ένα απλό ζήτημα. Μπορεί, βάσει
μακέτας, να αδειοδοτήθηκε το έργο, αλλά υπάρχει και το Συμβούλιο της
Επικρατείας που μπορεί να ακυρώσει το έργο, και στο οποίο μπορούν να
καταφύγουν, όποτε θέλουν (και έχουν κάθε δικαίωμα) πολίτες που θίγονται
από το έργο, από τον πολίτη που εκεί έκανε μπάνιο, μέχρι τον ξενοδόχο
που λόγω αλλοίωσης του τοπίου χάνει πελατεία, κ.λ.π.
Είναι
πολύ περίπλοκα τα πράγμα όταν πρόκειται για μπαζώματα στη θάλασσα,
ακόμη και αν έχουν γίνει με άδεια αρμόδιας αρχής. Η αρμόδια αρχή μπροστά
στο ΣτΕ είναι απλός πολίτης.
Για
τέτοια έργα χρειάζεται πληρέστατη Περιβαλλοντική Μελέτη, τόσο για την
εκτέλεση του έργου, όσο και για τη λειτουργία του. Και οι
περιβαλλοντικοί όροι που θα μπουν, πρέπει να τηρούνται στην κάθε τους
λεπτομέρεια.
Σπουδαιότερο
όμως είναι η νομική θωράκιση ενός τέτοιου έργου. Η εταιρεία, ή μάλλον ο
Δήμος Ερμιονίδας που φέρεται ως κύριος του έργου, έπρεπε να αναθέσει σε
ειδικό δικηγορικό γραφείο τη γνωμοδότηση επί του έργου από νομικής
πλευράς. Η γνωμοδότηση αυτή αρχίζει με νομολογία, δηλαδή όλες τις
παρόμοιες περιπτώσεις, τις σχετικές νομικές αποφάσεις κ.λ.π. και στο
τέλος καταλήγει με το δια ταύτα: Μπορείτε άφοβα να κάνετε αυτή την
επένδυση, ή να μη την κάνετε, ή να την αλλάξετε σε αυτά και αυτά τα
σημεία.
Γιατί άλλο η γνωμοδότηση του Δήμου, και άλλο η νομική θωράκιση ενός τέτοιου έργου.
Βασίλης Γκάτσος