Τρίτη 14 Νοεμβρίου 2023

Γιάννης Δημαράκης. Η άποψή μου για την δημοσκοπική έρευνα που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «στην Ερμιόνη άλλοτε και τώρα».


Γιάννης Δημαράκης:
 Η άποψή μου για την δημοσκοπική έρευνα που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «στην Ερμιόνη άλλοτε και τώρα».

 

Στην αντίληψη μου υπέπεσε άρθρο με τον τίτλο «Έρευνα για την πολιτιστική δράση των φορέων στην Κοινότητα Ερμιόνης», το οποίο φέρει την υπογραφή του κ. Κωστή Αρ. Σκούρτη και δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «στην Ερμιόνη άλλοτε και τώρα» (τεύχος 32 – Οκτώβριος 2023).

Στο συγκεκριμένο άρθρο αναγράφεται ότι η πρωτοβουλία για τη διεξαγωγή της έρευνας ανήκει στην Εταιρεία Μελετών Ερμιονίδας (ΕΜΕ) και διεξήχθη μέσω των κοινωνικών δικτύων του σωματείου της, δηλαδή των φιλικών προς την ΕΜΕ μέσων και από τοπικά ιστολόγια (όμως όχι όλα) «προκειμένου να αναδείξει την πολιτιστική δράση των φορέων που έχουν έδρα και δραστηριοποιούνται στην κοινότητα Ερμιόνης» όπως αναγράφεται στο άρθρο.

Στο εν λόγω άρθρο δεν αναγράφεται η ταυτότητα της έρευνας. Δεν αναγράφεται ποια πιστοποιημένη εταιρεία δημοσκόπησης τη διενήργησε για να ελεγχθεί και η εταιρεία και η αξιοπιστία της έρευνας. Να σημειωθεί ότι οι εταιρείες δημοσκοπήσεων υποχρεούνται να ακολουθούν κανόνες δεοντολογίας.

Στο άρθρο διαβάζουμε ότι την έρευνα την «έτρεχε» η ΕΜΕ, το ΔΣ της οποίας δεν γνωρίζουμε. Αναγράφεται μόνο το όνομα της κας Παρασκευής Δημ. Σκούρτη, ως προέδρου του ΔΣ της ΕΜΕ.

Η ΕΜΕ είχε τη γνώση, την επιστημονική κατάρτιση, την πιστοποίηση και τη νομική κάλυψη να διενεργήσει στατιστική έρευνα, να εξαγάγει και να δημοσιεύσει αποτελέσματα χωρίς μάλιστα την έγκριση των πολιτιστικών φορέων;

Το δημοσκοπούμενο δείγμα, όπως το άρθρο αναφέρει είναι 68 άτομα, εκ των οποίων μόνο το 54% δηλαδή 36 άτομα ζουν μόνιμα στην Ερμιόνη. Το δείγμα είναι εξαιρετικά μικρό και ανεπαρκές για να εξαχθούν ασφαλή και αξιόπιστα συμπεράσματα και να γενικευθούν για ολόκληρο τον πληθυσμό της Κοινότητας Ερμιόνης.

Επιπροσθέτως η επιλογή του δείγματος μιας σοβαρής και αξιόπιστης δημοσκόπησης δεν γίνεται από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και από μερικά τοπικά ιστολόγια. Είναι δυνατόν να βλέπει και να διαβάζει όλος ο πληθυσμός της Ερμιόνης τα συγκεκριμένα φιλικά μέσα κοινωνικών δικτύων της ΕΜΕ;

Κατ’ αυτόν τον τρόπο εξάγεται το συμπέρασμα ότι το δείγμα δεν είναι αντιπροσωπευτικό ολόκληρου του πληθυσμού. Ένα δείγμα θεωρείται αντιπροσωπευτικό ενός πληθυσμού, εάν έχει επιλεγεί κατά τέτοιον τρόπο, ώστε κάθε άτομο του πληθυσμού να έχει την ίδια δυνατότητα να επιλεγεί.


Η επιλογή του αντιπροσωπευτικού δείγματος αποτελεί πολύ σοβαρή και δύσκολη διαδικασία και η μη αντιπροσωπευτικότητα του δείγματος οδηγεί σε λανθασμένα συμπεράσματα.

Επομένως η επιλογή του συγκεκριμένου δείγματος της ΕΜΕ είναι αντιεπιστημονική και κατά συνέπεια λανθασμένη.

Επίσης η έρευνα έγινε, όπως αναγράφει ο τίτλος της, για την πολιτιστική δράση των φορέων της Ερμιόνης. Καμία όμως αναφορά δεν γίνεται για τις δράσεις των φορέων.

Θα μπορούσε λόγου χάριν να περιλαμβάνει ποσοτικά χαρακτηριστικά (μεταβλητές) που θα αφορούσαν τις όμοιες δράσεις των φορέων. Δηλαδή πόσες δράσεις έκανε το ΙΛΜΕ, η ΧΟΕΡ, η ΕΜΕ κλπ για τον εορτασμό των 200 χρόνων από την Επανάσταση του ’21. Αυτή είναι μια κοινή δράση, ένα ποσοτικό μέγεθος μετρήσιμο.

Δεν μπορείς όμως να μετρήσεις και να συγκρίνεις την έκθεση φωτογραφίας, που οργανώνει η Πρωτοβουλία Ενεργών Πολιτών Ερμιόνης με τα εκπαιδευτικά προγράμματα, που οργανώνει το ΙΛΜΕ διότι είναι μεν πολιτιστικές δράσεις αλλά είναι ανόμοιες. Φαίνεται ότι η εν λόγω έρευνα της ΕΜΕ δεν έλαβε υπόψη καθόλου τις παραπάνω παραμέτρους και συνέκρινε ανόμοια πράγματα.

Οι δημοσκοπήσεις μπορούν ακόμη να περιλαμβάνουν και ποιοτικά χαρακτηριστικά (μεταβλητές) δηλαδή σε ποιο μέτρο ικανοποίησαν τους δημοσκοπούμενους οι εκδηλώσεις των φορέων (καλή, μέτρια, κλπ), με τη δέσμευση όμως ότι αυτές οι ερωτήσεις πρέπει να απευθυνθούν μόνο σε εκείνο το κοινό που τις παρακολούθησε και μόνο σ’ αυτό. Σ’ αυτήν την περίπτωση είναι ακόμη πιο δύσκολη η επιλογή του αντιπροσωπευτικού δείγματος.

Τα προαναφερόμενα είναι κάποια από τα βασικά προαπαιτούμενα για να γίνει μια έγκυρη και αξιόπιστη δημοσκόπηση.

Σύμφωνα με τα παραπάνω εκτεθέντα συνεπάγεται ότι δεν έχει καμία εγκυρότητα και αξιοπιστία η εν λόγω έρευνα. Συνεπώς τα συμπεράσματά της είναι απορριπτέα.

Στη συγκεκριμένη έρευνα, όσον αφορά το ΙΛΜΕ και μόνο για αυτό το Σωματείο, πέραν των γενικόλογων απαντήσεων και αξιολογικών κρίσεων των ερωτηθέντων αναγράφονται και προσβλητικές προτάσεις όπως «να αλλάξει το Διοικητικό Συμβούλιο του ΙΛΜΕ και να ξεφύγει από στενόμυαλες αντιλήψεις».

Είναι δυνατόν να αναγράφεται μέσω μιας μη έγκυρης δημοσκόπησης μια τόσο απαξιωτική φράση και προτροπή για το ΔΣ του ΙΛΜΕ με το πρόσχημα ίσως ότι αυτήν τη γνώμη εξέφρασαν κάποιοι από τους δημοσκοπούμενους;


Προσωπικά γνωρίζω όλα τα μέλη του ΔΣ του ΙΛΜΕ, το ονοματεπώνυμό τους αναγράφεται στην ιστοσελίδα του ΙΛΜΕ, είναι απόφοιτοι πανεπιστημιακών σχολών και μάλιστα κάποια μέλη έχουν μεταπτυχιακούς και διδακτορικούς τίτλους. Τα πέντε από τα επτά μέλη του ΔΣ του ΙΛΜΕ είναι αιρετά ενώ τα υπόλοιπα δύο τοποθετούνται από το ΔΣ του Ερμιονικού Συνδέσμου σύμφωνα με το καταστατικό του ΙΛΜΕ. Τα αιρετά μέλη εξελέγησαν μάλιστα στις εκλογές του 2022 και λογοδοτούν στα μέλη του Σωματείου τους και μόνο σ’ αυτά.

Είναι δυνατόν να θίγονται υπολήψεις ανθρώπων, που ασκούν μάλιστα αξιόλογο εθελοντικό έργο και να υποβιβάζονται με αυτόν τον τρόπο μέσω μιας μη έγκυρης έρευνας;

Η εν λόγω έρευνα δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «στην Ερμιόνη άλλοτε και τώρα». Η Συντακτική Επιτροπή του περιοδικού αποτελείται από τον κ. Γιάννη Σπετσιώτη και τον κ. Αντώνη Ζαραφωνίτη, όπως αναγράφεται στο περιοδικό.

Η Συντακτική Επιτροπή επιλέγει τα άρθρα που πρόκειται να δημοσιευτούν και επομένως γνωρίζει το περιεχόμενό τους. Άλλωστε η Συντακτική Επιτροπή στο Εισαγωγικό της Σημείωμα του τεύχους 32 αναγράφει «… συνθέτουμε την ύλη του παρόντος τεύχους …».

Εγείρεται το ερώτημα γιατί η Συντακτική Επιτροπή δεν διερεύνησε την αξιοπιστία και την εγκυρότητα της δημοσκόπησης και επέτρεψε τη δημοσίευση μιας τέτοιας λανθασμένης έρευνας; Εδώ δεν τίθεται θέμα λογοκρισίας του άρθρου, που αφορά την έρευνα αλλά θέμα εγκυρότητας και αξιοπιστίας της έρευνας και κατά συνέπεια του σχετικού άρθρου.

Εάν η Συντακτική Επιτροπή δεν είχε τη γνώση να ελέγξει την αξιοπιστία και την εγκυρότητα της δημοσκόπησης θα έπρεπε να ζητήσει τη γνώμη εξειδικευμένου ατόμου, το οποίο με τη σειρά του θα εισηγείτο τη δημοσίευση ή μη της έρευνας. Έτσι συμβαίνει με τα περιοδικά κύρους. 

Το συγκεκριμένο περιοδικό, που κατά καιρούς έχει φιλοξενήσει αξιόλογα άρθρα συμπολιτών μας, θα πρέπει να αποφεύγει τις «κακοτοπιές» και να μη φαίνεται ότι θίγει πολιτιστικά σωματεία εθελοντών μέσω αναξιόπιστων δημοσκοπήσεων.

Ένας εκ των δύο μελών της Συντακτικής Επιτροπής του περιοδικού, ο κ. Σπετσιώτης, γνωρίζει καλά τα πρόσωπα του ΔΣ του ΙΛΜΕ και ενημερώνεται για τις δράσεις του Σωματείου, διότι δύο μέλη του ΔΣ του ΙΛΜΕ είναι και μέλη του ΔΣ του Ερμιονικού Συνδέσμου, του οποίου είναι πρόεδρος. Ο απρεπής χαρακτηρισμός σε βάρος όλων των μελών του ΔΣ του ΙΛΜΕ δεν προβλημάτισε τον κ. Σπετσιώτη;

Συμπερασματικά η συγκεκριμένη έρευνα υποβαθμίζει την ποιότητα του περιοδικού, που θέλει να προβάλλεται ως περιοδικό κύρους.


Ο πολιτισμός είναι πολυδιάστατη έννοια. Δεν έχει κλίμακα μέτρησης και επομένως δεν μπορεί να αποτιμηθεί. Η προσφορά των πολιτιστικών φορέων της Ερμιόνης είναι σημαντική, αδιαπραγμάτευτη και μη βαθμολογήσιμη. Συνεπώς η συγκεκριμένη έρευνα ουδόλως υπηρετεί τον στόχο, που στο εν λόγω άρθρο αναφέρει, δηλαδή «να αναδείξει το πολιτιστικό γίγνεσθαι του τόπου μέσα από το έργο των φορέων».

Μήπως η έρευνα είχε στόχο να πλήξει το κύρος του ΙΛΜΕ;

Εν κατακλείδι αυτή η έρευνα διχασμό δημιουργεί και αθέμιτο ανταγωνισμό, έννοιες μη συμβατές με την έννοια του πολιτισμού, που το περιοδικό φιλοδοξεί να υπηρετήσει.

Γιάννης Δημαράκης

Msc Μαθηματικός

Ιδρυτικό μέλος του Σωματείου ΙΛΜΕ

Αντιπρόεδρος του ΔΣ του ΙΛΜΕ από το 2000 έως το 2014


ΥΓ. Το παραπάνω άρθρο εστάλη και στο περιοδικό «στην Ερμιόνη άλλοτε και τώρα».