Δευτέρα 18 Μαρτίου 2019

''Τα μανταρίνια του μπαρμπα Δημήτρη Κόντου''


Γράφει ο Βασίλης Γκάτσος

(Με αφορμή την προσφορά μανταρινιών από τον εγγονό του Δημήτρη).

Τα πολύ παλιά χρόνια (έτσι όπως αρχίζουν τα παραμύθια), υπήρχε ένα μεγάλο για την εποχή του περιβόλι προσανατολισμένο στην παραγωγή λεμονιών, μανταρινιών και δευτερευόντως, πορτοκαλιών, ροδιών. Τα μανταρίνια ήταν μόνο τα λεγόμενα Χιώτικα, που από τότε ονομάζονταν Ερμιόνης. Τα πορτοκάλια ήταν: Τα αυγουλάτα, μεγάλα, σε σχήμα αυγού, ζουμερά, γλυκόξινα, γευστικότατα. Τα ξινά, στρογγυλά και πολύ ξινά, σήμερα δεν θα τα τρώγαμε. Τα γλυκά, τα ντόλτσε, πολύ γλυκά και νόστιμα. Τα σαγκουίνια, γλυκόξινα αλλά εξαιρετικά στη γεύση. Ήταν μία ποικιλία που η σάρκα τους ήταν κοκκινωπή, και μια άλλη που ήταν πολύ σκούρα, σαν το αίμα, γι' αυτό και τα λέγαμε αιμάτινα ή ισπανικά. 
Το περιβόλι αυτό είχε δημιουργηθεί ανατολικά - βορειοανατολικά του λόφου που αργότερα πήρε την ονομασία "λόφος του Κόντου", κυρίως όμως " λόφος με τα αχούρια και το αλώνι του Κόντου".
Η γιαγιά μου έλεγε ότι εκεί υπήρχαν κρανιδιώτικα αμπέλια που τα ξερίζωσαν και τα κάνανε περιβόλια. Η μητέρα μου έλεγε ότι το περιβόλι ήταν κρανιδιώτικο και ότι η πρώτη γυναίκα του παππού μου ήταν αδελφή της πρώτης γυναίκας του Δημήτρη του Κόντου και ότι πήραν το περιβόλι προίκα, χωρισμένο στη μέση με μια γραμμή που χώριζε τα δέντρα και έφτανε μέχρι την κόκκινη ριζιμιά πέτρα, από το χαρακτηριστικό κόκκινο πέτρωμα του λόφου. Στη φωτογραφία βλέπουμε την έκταση που είχε αυτό το περιβόλι και πώς μετά χωρίστηκε, αρχές του 20ου αιώνα.
Στο περιβόλι του Βασίλη Κανέλλη, του παππού μου, τα "παλιά δέντρα" του περιβολιού ήταν περίπου 230  (εκ των οποίων 200 μεγάλες μανταρινιές). Υπήρχαν όμως και περί τις 100 θεόρατες λεμονιές, οι οποίες ξεράθηκαν τη δεκαετία του 1930 με μια μεγάλη παγωνιά, και μόνο τέσσερις είχαν απομείνει. Το περιβόλι το περιγράφω με λεπτομέρειες στο βιβλίο μου Η ΑΝΑΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ ΤΗΣ ΕΡΜΙΟΝΙΔΑΣ.
Στο περιβόλι του Δημήτρη Κόντου τα "παλιά δέντρα" ήσαν περί τα 300, ενώ και εδώ είχαν ξεραθεί περί τις 100 παλιές λεμονιές. Τη δεκαετία του 1960 ο μπάρμπα Δημήτρης φύτεψε και νέες μανταρινιές και πορτοκαλιές μέρλιν.
Το αρχικό περιβόλι λοιπόν είχε περί τα 530 δέντρα, κυρίως παλιές μανταρινιές και περί τις 200 παλιές λεμονιές. Γύρω από τον λόφο όμως, είχε και αρκετά χωράφια κατάλληλα για σπορά και μποστάνια.
Άρα επρόκειτο για ένα παλιό μεγάλο κτήμα. Το κυρίως σπίτι του κτήματος φαίνεται να ήταν αυτό που μετά είχε ο παππούς μου, πολύ παλιό αλλά ευρύχωρο και με πάτωμα.
Πάνω στον λόφο υπήρχε το αλώνι και τρία κλιμακωτά μεγάλα κτίσματα που μάλλον εξυπηρετούσαν την παραγωγή. Δίπλα τους, σωροί από πέτρες μάλλον μάρτυρες και άλλων κτισμάτων. Το κεντρικό πηγάδι ήταν δίπλα στο σπίτι του παππού μου, και φαίνεται ότι αυτό ήταν το αρχικό, γιατί κατά τον χωρισμό υπήρξε συμφωνία τρεις μέρες να παίρνει το νερό ο παππούς μου και τρεις μέρες ο Κόντος. Επίσης τα κτιστά αυλάκια πήγαιναν το νερό σε όλο το κτήμα, ενώ έξω από το σπίτι υπήρχε θεόρατη καρυδιά με πολύ μεγάλο κορμό, ως φαίνεται, ανάλογης ηλικίας με τις μανταρινιές.
Το πόσο παλιό ήταν το περιβόλι το δείχνει η φωτογραφία κομμένου (το 1980 περίπου) κορμού μανταρινιάς από το περιβόλι του παππού. Από τους κύκλους φαίνεται ότι η μανταρινιά το 1980 είχε ηλικία περί τα 150 έτη. Άρα το περιβόλι φυτεύτηκε περί το 1830. (Αν κάποιος γεωπόνος ή αγρότης με πείρα μπορεί να μας πει ακριβώς τον αριθμό των κύκλων θα ξέραμε ακριβώς και πότε φυτεύτηκε το περιβόλι).
Και αμέσως η απορία: Για ένα τόσο μεγάλο περιβόλι από πού θα έπαιρναν νερό; Γιατί πρώτα έχεις νερό και μετά φυτεύεις. Ενώ η Περιβόλα του Βούλγαρη και το δίπλα περιβόλι του Ζωγράφου έπαιρναν νερό με υπόγεια κανάλια από πηγές, δεν έχουμε μαρτυρία για πηγή κοντά στον λόφο του Κόντου. Άρα το νερό θα το έπαιρναν από μαγγανοπήγαδο, αλλά την εποχή αυτή το μαγγάνι θα πρέπει να ήταν ξύλινο.

Περί τη δεκαετία μάλλον του 1920, ο παππούς μου και ο μπάρμπα Δημήτρης, επειδή ένα ρέμα (κόκκινο παχύ βέλος)  και δύο μικρότερα "έμπαζαν" πολύ νερό στο περιβόλι, που ξέπλενε το γόνιμο χώμα και το έκανε αμμοχάλικο, αποφάσισαν να βάλουν εργάτες και να σκάψουν ένα βαθύ αυλάκι περιμετρικά του κτήματος, που να συγκεντρώνει τα νερά και να τα διοχετεύει προς τη λιμνοθάλασσα των Ποτοκίων. Δηλαδή με δικά τους έξοδα διευθέτησαν τα ρέματα στα σύνορα των κτημάτων αλλά και μέσα στα κτήματά τους, προστατεύοντας όχι μόνο την εύφορη γη τους αλλά και των γειτόνων. Το κανάλι αυτό βέβαια εμπόδιζε τις αγροτικές εργασίες μέσα στο κτήμα, ενώ δέσμευε γη πλάτους  4 - 5 μετρων σε ένα μήκος περίπου 400 μέτρων. Γι' αυτό έφτιαξαν και δύο γεφύρια, ένα μεγάλο τσιμεντένιο στο κτήμα του Κόντου και ένα μικρό ξύλινο στου παππού μου. Τα κανάλια και τα γεφύρια ακόμη προστατεύουν τη καλλιεργήσιμη γη και διοχετεύουν τα νερά προς τη θάλασσα.

Νοοτροπία που είχαν οι παλιοί! Αντί να μπαζώσουν τα ρέματα και να ρίξουν τα νερά στους γείτονες, καταξοδεύτηκαν για να κάνουν διευθέτηση των ρεμάτων μέσα στη γη τους και υπέρ των γειτόνων τους! Παλιά μυαλά που λέμε! Να τονίσουμε δε ότι δεν ήταν σοσιαλιστές. Ο μεν παππούς μου ευκατάστατος σφουγγαράς, περιβολάρης, ξυλουργός, ο δε μπαρμπα Δημήτρης μεγαλοκτηματίας που σπούδασε και τα δύο του παιδιά στην Αναργύρειο. Ξέρετε κανένα σημερινό ευκατάστατο, ντόπιο ή εξοχικάριο, καμιά δημοτική ή άλλη αρχή, ίδιας ή ανάλογης νοοτροπίας;

Ο μπαρμπα Δημήτρης είχε και μεγάλο κοπάδι αιγοπροβάτων που το καλοκαίρι έβοσκε και το χορτάρι κάτω από τα δέντρα.  Την κοπριά την συγκέντρωνε σε μεγάλες γούβες (κοπρώνες) να σβήσει για κάνα δύο χρόνια. Σε κάθε δέντρο έρριχνε τον χρόνο 3 μεγάλα τσουβάλια σβησμένη κοπριά!
Τότε τις μανταρινιές δεν τις κλάδευαν γερά, ήταν ψηλά δέντρα και δεν αραίωναν τον καρπό, γιατί όλα τα μεγέθη είχαν τιμή. Από ένα δέντρο ήταν σύνηθες να κατεβάσεις 400 κιλά καρπό. Τα "μανταρίνια του Κόντου" ήταν εξαιρετικά μεγάλα και νόστιμα. Κανένα άλλο κτήμα δεν είχε τέτοια. Ο παππούς μου έρριχνε λίγη κοπριά και συμπλήρωνε με λίπασμα, αλλά τα μανταρίνια είχαν μέτριο μέγεθος και ήσαν σχετικά ξινά. Είχε όμως μια μανταρινιά που τέτοια δεν υπήρχε σε ολόκληρη την Ερμιονίδα. Ήταν 3 μέτρα κοντά στο κοτέτσι και απολάμβανε την κοπριά του. Αυτό το δέντρο "έσπαγε" κάθε χρόνο, του στηρίζαμε με φούρκες τις κλάρες και τα Χριστούγεννα μοσχοπουλιόνταν ως κλάρες με 5 - 10 μανταρίνια, κατευθείαν για τα αστικά σπίτια της Αθήνας!
Ακόμη και σήμερα, αν καμιά φορά πάω στο "περιβόλι του παππού" (που δεν υφίσταται πια), πάω για να φάω δύο τρία πορτοκάλια από τα μέρλιν του μπαρμπα Δημήτρη, τα νοστιμότερα που υπάρχουν.
Αυτό λοιπόν το περιβόλι, πρέπει να διατηρήσει την επωνυμία του, ¨Κτήμα μπαρμπα Δημήτρη Κόντου" αλλά και την ιστορική πρωτοπορία του στο θέμα αειφόρου ανάπτυξης. Προστάτεψε την  καλλιεργήσιμη γη του, διευθέτησε τα ρέματα, συνδύασε την καλλιέργεια με την κτηνοτροφία (το ένα συμπληρωματικό του άλλου) και με την ίδια λογική έσπερνε και φύτευε μποστάνια με προϊόντα γευστικότατα. Σήμερα δεν ζητάει τίποτε άλλο παρά ΝΕΡΟ.
Οι μαθητές που γεύτηκαν λοιπόν τα μανταρίνια, ας προβληματιστούν για το σήμερα του τόπου μας από τη λαμπρή ιστορία αυτού του κτήματος.

Βασίλης Γκάτσος