Γράφει ο Βασίλης Γκάτσος |
ΕΡΜΙΟΝΙΔΑ ΚΑΙ ΑΕΙΦΟΡΙΑ ΝΕΡΟΥ
Από το «ΣΧΕΔΙΟ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΛΕΚΑΝΩΝ ΑΠΟΡΡΟΗΣ ΑΡΓΟΛΙΔΑΣ»:
Το ρέμα (χείμαρρος) Ράδου έχει λεκάνη απορροής 191 000
στρεμ., και δέχεται ετησίως, κατά μέσο
όρο, 122 000 000 κ.μ. νερού. Άρα η μέση ετήσια βροχόπτωση στη λεκάνη απορροής
είναι 639 χιλιοστά.
Από αυτό το νερό:
Τα 77 000 000 κ.μ. εξατμίζονται καθώς ο ήλιος και ο αέρας
καθημερινά κτυπούν την επιφάνεια του εδάφους, αλλά και από τη διαπνοή των
φύλλων των φυτών.
Από τα υπόλοιπά 45 000 000 κ.μ. τα μεν 12 000 000 κ.μ., ρέουν
επιφανειακώς στη θάλασσα και τα υπόλοιπα 33 000 000 πάνε να προστεθούν στα
υπόγεια νερά.
Αυτά είναι αποτελέσματα θεωρητικής επεξεργασίας των
δεδομένων. Και μετρήσιμο δεδομένο είναι η ετήσια βροχόπτωση στην περιοχή αυτή
(με σχετική ακρίβεια) και η λεκάνη απορροής (με μεγάλη ακρίβεια).
Ο επισυναπτόμενος πίνακας από το Σχέδιο Διαχείρισης, μάς οδηγεί στο συμπέρασμα: Αν κατασκευαστεί
ένα φράγμα στον Ράδο (θεωρητικά στις εκβολές του), θα δέχεται κατά μέσο όρο
ετησίως 12 000 000 κ.μ.
Υπολογιστικά λοιπόν, το 27% της ετήσιας βροχόπτωσης στη λεκάνη απορροής του Ράδου περνάει
στα υπόγεια νερά, και το 10% πάει με επιφανειακή ροή στη θάλασσα.
Αν αυτό το υπολογιστικό δεδομένο το μεταφέρουμε στην
Ερμιονίδα έχουμε τα παρακάτω:
Έκταση Ερμιονίδας: 417.6 τ.χ. = 417 600 στρέμματα.
Μέση βροχόπτωση ετησίως = 450 χιλ. νερού. (Βρέχει σαφώς
λιγότερο από τη λεκάνη του Ράδου).
Άρα 0.450 Χ 416 000 000 =
187 000 000 κ.μ. νερού πέφτουν ετησίως στην Ερμιονίδα.
Από αυτά 50 000 000 κ.μ. περνάνε στα υπόγεια νερά, και 18
700 000 πάνε με επιφανειακή ροή στη θάλασσα.
Συμπέρασμα: Τα
μισά να πιάσουμε σε φράγματα θα έχουμε γύρω στα 9 350 000 κ.μ. νερό τον χρόνο, αρίστης
ποιότητας.
Στο
υπόγεια νερά περνάνε 33 000 000 κ.μ. ετησίως, αλλά μόνο ένα μέρος είναι
απολήψιμο με γεωτρήσεις. Εδώ φυσικά δεν μπορούν να υπάρξουν
δεδομένα, δεν υπάρχουν ούτε θεωρητικοί υπολογισμοί.
Μπορούμε λοιπόν να πάμε ανάποδα:
Υπάρχουν περίπου 11 000 υδρομετρητές του Δήμου. Από τις
μετρήσεις τους βγαίνει ότι η μέση ημερήσια κατανάλωση νερού είναι περί τα 6 000
κ.μ., άρα η μέση ετήσια περί τα 6 000 Χ 365 =
2 190 000 κ.μ.
Υπάρχουν 9 000 εξοχικά. Από ένα βυτίο νερό των 20 κ.μ. να
πάρουν τον χρόνο, από γεωτρήσεις της Ερμιονίδας (παίρνουν και από αλλού), έχουμε
9 000 Χ 20 = 180 000 κ.μ.
Υπάρχουν βίλες, εξοχικά και ξενοδοχειακά συγκροτήματα που
έχουν δικές τους γεωτρήσεις, το νερό όμως που αντλούν δεν πρέπει να υπερβαίνει
το 1 000 000 κ.μ. ετησίως.
Μετά έρχονται τα ποτιστικά κτήματα για τα οποία η μελέτη του
Ανάβαλου γράφει ότι χρειάζονται 356 κ.μ. ανά στρέμμα τον χρόνο.
Στην Ερμιονίδα
δεν πρέπει να είναι πάνω από 10 000 στρέμματα, τα πραγματικώς ποτιστικά κτήματα.
Άρα αντλούν 10 000 Χ 356 = 3 560 000 κ.μ. τον χρόνο.
Υπάρχουν και άλλα 10 000 στρέμματα κυρίως με ελαιώνες με
μικρές γεωτρήσεις και πηγάδια που ποτίζουν ελλιπώς ελαιώνες. Ας πούμε ότι
αντλούν 1 000 000 κ.μ. τον χρόνο.
Άρα
έχουμε μία συνολική ετήσια άντληση της τάξης των 7 930 000 κ.μ. Και
για να την στρογγυλέψουμε, ας την κάνουμε 10 000 000 κ.μ.
Οι εκατοντάδες γεωτρήσεις και πηγάδια της Ερμιονίδας έχουν
τέτοια διασπορά που με βεβαιότητα μπορούμε να πούμε ότι αντλούν κάθε σταγόνα,
δηλαδή δεν υπάρχει επιφάνεια στην Ερμιονίδα που να μην έχει γεώτρηση για να
πάρει το υπόγειο νερό της. Όλες, μα όλες βγάζουν υφάλμυρο νερό.
Περνάνε λοιπόν 33 000 000 κ.μ. κάθε χρόνο στα υπόγεια νερά
της Ερμιονίδας, αντλούμε μόνο 10 000 000 κ.μ. (20%) και όλες οι γεωτρήσεις
βγάζουν υφάλμυρο νερό.
Τα υπόλοιπα 23 000 000 κ.μ. πάνε υπογείως στη θάλασσα και
είναι ΑΔΥΝΑΤΟΝ να πιαστούν. Όσοι κάνουν ψαροντούφεκο κάθε τόσο περνάνε σε ψυχρά
νερά που βγαίνουν από τον βυθό. Είναι εκατοντάδες μικροί Ανάβαλοι. Αλλά και την
άμμο στην παραλία αν σκάψουμε, θα δούμε νερό γλυκό να κατηφορίζει αργά προς τη θάλασσα.
Και έρχεται το ερώτημα: πόσο νερό πρέπει να αντλούμε, ώστε να
έχουμε πάντα άριστη ποιότητα;
Υπάρχει μια σίγουρη απάντηση: Αν ο πυθμένας όλων των
γεωτρήσεων και των πηγαδιών είναι πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας, σίγουρα
θα αντλούμε πάντα καλό νερό. Αυτό σημαίνει ότι μία γεώτρηση στο Ηλιόκαστρο σε
υψόμετρο 300 μέτρα πρέπει να έχει μέγιστο βάθος 300 μέτρα, και μία σε έναν κάμπο
σε υψόμετρο 10 μέτρων να έχει μέγιστο βάθος 10 μέτρα. Φυσικά ειδικοί γεωλόγοι
μπορούν να καθορίσουν μεγαλύτερα βάθη ανά περιοχή, για την άντληση
περισσότερου καλού νερού.
Όμως και να αποκατασταθεί πλήρως η ποσότητα και η ποιότητα
των υπογείων υδάτων της Ερμιονίδας, δεν φαίνεται ότι μπορούμε να αντλούμε πάνω
από 4 000 000 κ.μ. καλό νερό τον χρόνο (αειφόρος διαχείριση υπογείων υδάτων).
Τελικό
συμπέρασμα: Η αειφόρος διαχείριση των υδάτων μας, δηλαδή το να έχουμε
πάντα νερό πόσιμο και ποτιστικό αρίστης ποιότητας, οδηγεί
στις παρακάτω ποσότητες:
Νερό από άντληση: 4 έως 6 εκ. κυβικά μέτρα (μόλις φτάνει για
πόσιμο).
Νερό από φράγματα: γύρω στα 9 εκ. κυβ. μέτρα (πολύ ικανοποιητική
ποσότητα που μπορεί να αρδεύσει 25000 στρέμματα).
Αυτό μπορεί να δώσει η Ερμιονίδα, ας πούμε με τρία μεγάλα φράγματα, Τζερτζελιάς (Ράδου), Καταφυκιού, Ρορού.
Αν όμως γίνουν και λίγα
μικρότερα φράγματα ή λιμνοδεξαμενές και κυρίως αν γίνουν σοβαρά έργα ανάσχεσης
της ροής ρεμάτων, τότε μπορεί η άντληση να φτάσει τα 10 εκ. κ.μ. και το σύνολο
των φραγμάτων και λιμνοδεξαμενών να δώσει 15 εκ. κ.μ. (άρδευση περίπου 50 000
στρεμμάτων, και 6 000 κ. μ. για πόσιμο).
Σε αυτά έρχεται να προστεθεί ο Ανάβαλος που θα ποτίσει επιπροσθέτως 22 000
στρέμματα.
Συνολική αρδευομένη έκταση Ερμιονίδας 72000 στρέμματα,
με 536 κ.μ. νερό ανά στρέμμα τον χρόνο. Και επειδή οι ελαιώνες
χρειάζονται πολύ λιγότερο νερό, είναι βέβαιο ότι με αυτό το νερό θα
ποτιστούν και τα 160 000 στρέμματα της Ερμιονίδας, δηλαδή ΟΛΑ τα κτήματα
της Ερμιονίδας.
Μιλάμε πλέον για μια αειφόρο (ως προς το νερό), Πράσινη
Ερμιονίδα.
Ο Ανάβαλος είναι το έναυσμα για να ξεκινήσει μια αλυσίδα
ενεργειών, και πρώτη ενέργεια, μια μελέτη με πανεπιστημιακό κύρος, για το τι μπορεί και τι πρέπει να γίνει στην Ερμιονίδα.