Πέμπτη 21 Δεκεμβρίου 2017

Ανάβαλος και Ερμιονίδα, μέσα από τη ΜΠΕ του έργου.

 
Γράφει ο Βασίλης Γκάτσος
Είναι ένα έργο "πνοής" για την Ερμιονίδα που έχει αργήσει απελπιστικά.
Παρακάτω δίνω μια, πιστεύω, κατανοητή παρουσίαση του όλου έργου βασισμένη στη ΜΠΕ (Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων) του, για τους άμεσα ενδιαφερόμενους που είναι οι αγρότες μας αλλά και όλους τους κάτοικους Ερμιονίδας, τους ξενοδόχους και τους κατόχους εξοχικών κατοικιών.


Ο Ανάβαλος είναι το νερό του λεκανοπεδίου της Τρίπολης. Ανήκει μεν στην λεκάνη απορροής της Αργολίδας, είναι δηλαδή δικό της νερό, αλλά δεν συλλέγεται στη λεκάνη απορροής της Αργολίδας. Έρχεται υπογείως από το λεκανοπέδιο της Τρίπολης, άρα είναι νερό της λεκάνης απορροής της Τρίπολης. Μέχρι σήμερα, επειδή το λεκανοπέδιο της Τρίπολης πλημμυρίζει, οι κάτοικοί του συντηρούν πολλές καταβόθρες για να προστατεύουν τη γη τους. Δηλαδή συντηρούν αντιπλημμυρικά έργα. Αν όμως υποθέσουμε ότι το λεκανοπέδιο της Τρίπολης καλλιεργηθεί συστηματικά και υπάρξει μεγάλη ανάγκη νερού κατά το θέρος, είναι δικαίωμα των κατοίκων να εκτρέψουν τα νερά που πάνε στις καταβόθρες, προς δικά τους φράγματα για δική τους χρήση, με αποτέλεσμα τη μείωση της παροχής τόσο του Ανάβαλου όσο και των πηγών Λέρνης, Κεφαλαρίου κ.λ.π.
Άρα το νερό δεν μας ανήκει αποκλειστικά, ή τουλάχιστον δεν ανήκει μόνο σε μας.

Η ΜΠΕ για το νερό του Ανάβαλου δίνει αγωγιμότητα 1197 μονάδες, και χλωριόντα 217 μονάδες. Είναι καλύτερο νερό από αυτό που χρησιμοποιούν οι αγρότες μας στην Ερμιονίδα, κυρίως στους παραθαλάσσιους κάμπους όπου φτάνει η αγωγιμότητα στις 4000 μονάδες και τα χλωριόντα πάνω από 800 μονάδες, αλλά είναι πολύ επιβαρυμένο, αν συγκριθεί με το κανονικό πηγαδίσιο, πόσο δε μάλλον με το νερό των φραγμάτων και των λιμνοδεξαμενών. Αυτό συμβαίνει, γιατί ανακατεύεται αναπόφευκτα με ένα μικρό μέρος θαλασσινού νερού, γι' αυτό και η ποιότητά του δεν είναι σταθερή. Είναι απλώς αποδεκτή και θα πρέπει να είναι υπό συνεχή παρακολούθηση.

Ο Ανάβαλος έχει έρθει στα Ίρια σε μια δεξαμενή που ονομάζεται Δ2 και από κει ποτίζεται ο κάμπος των Ιρίων. Από αυτή τη δεξαμενή που έχει υψόμετρο 100 μέτρα θα πάρει η Ερμιονίδα νερό. Από κει λοιπόν αρχίζει το έργο: Ανάβαλος και Ερμιονίδα.


Το έργο:

Δίπλα στη δεξαμενή Δ2 των Ιρίων θα κατασκευαστεί ένα μεγάλο αντλιοστάσιο το Α2, το οποίο, απ΄ ό,τι φαίνεται στα σχέδια, θα έχει 5 μεγάλες αντλίες. Ο κανόνας για τα αντλιοστάσια είναι: το 1/3 των αντλιών δουλεύει, το 1/3 είναι έτοιμο να δουλέψει αμέσως αν χρειαστεί (σταμπάι που λένε οι υδραυλικοί) και το 1/3 είναι σε συντήρηση, εκτός λειτουργίας και εφεδρείας.
Σύμφωνα με τη ΜΠΕ το αντλιοστάσιο αυτό θα στέλνει 2500 κ.μ. νερό την ώρα στην Ερμιονίδα. Αν δουλέψει ιδανικά, μπορεί να στείλει 2500Χ24Χ365 = 21900000 κ.μ. νερό τον χρόνο. Η Μελέτη βέβαια προορίζει πολύ μικρότερη ποσότητα για την Ερμιονίδα, περίπου το 1/3 αυτής, όπως θα δούμε, αλλά διαπιστώνουμε ότι το αντλιοστάσιο είναι φτιαγμένο και για μεγαλύτερες ποσότητες αν χρειαστεί. Αυτό είναι καλό για την Ερμιονίδα. Έτσι η μελέτη προβλέπει λειτουργία για περίπου 180 μέρες τον χρόνο, για να καλύψει τις ανάγκες της Ερμιονίδας.

Το Αντλιοστάσιο Α2 θα στέλνει το νερό σε μια πολύ μικρή δεξαμενή, τη Δ3, χωρητικότητας 500 κ.μ. που θα βρίσκεται πάνω στο βουνό, στο ακρωτήρι Ίρια σε υψόμετρο 230 μέτρων. Από δω το νερό θα κατέβει στην Ερμιονίδα χωρίς άλλα αντλιοστάσια, αλλά μόνο με τη βαρύτητα. Αρχικά κατεβαίνει προς τον όρμο της Βουρλιάς, μετά ανεβαίνει πολύ ψηλά στα 204 μέτρα (πάνω περίπου από το εκκλησάκι του Άη Νικόλα στο Σαλάντι), μετά κατεβαίνει στο Σαλάντι, σχεδόν παραλιακά, πάει στον Λαμπαγιαννά, μετά στρίβει προς Φούρνους και παίρνει τον δημόσιο δρόμο προς Κρανίδι.
Στο ύψος του Νταμαριού κάνει ανατολικά και φτάνει στο ύψωμα Θωμάς, στη βορινή πλευρά του οποίου θα κατασκευαστεί η δεξαμενή Δ4 των 9000 κ.μ. σε υψόμετρο 145 μ. Αυτή θα είναι η κεντρική δεξαμενή που θα δώσει το νερό σε όλη την Ερμιονίδα.

Δηλαδή από τη Δ3 μέχρι τη Δ4 θα υπάρχει ένας συνεχής αγωγός διαφόρων διατομών για καθαρά τεχνικούς λόγους, που με τη βαρύτητα θα φέρνει το νερό.
Δεν προβλέπονται ενδιάμεσες δεξαμενές ή παρακάμψεις προς διάφορα μέρη. Όλοι θα πάρουμε νερό από την κεντρική δεξαμενή Δ4.

Το κύριο χαρακτηριστικό του αγωγού είναι ότι ανεβοκατεβαίνει συνέχεια, άλλοτε είναι κοντά στη θάλασσα, άλλοτε σε μικρό υψόμετρο άλλοτε πολύ ψηλά μέχρι τα 204 μέτρα. Ένα τέτοιο έργο έχει πρόβλημα με τον εγκλωβισμένο αέρα (το φαινόμενο το ξέρουν πολύ καλά οι Διδυμιώτες από το δίκτυο ύδρευσής τους), γι' αυτό σε κάθε ψηλό σημείο του αγωγού θα υπάρχουν αυτόματα συστήματα εξαέρωσης κ.λ.π.
Δεύτερο πρόβλημα είναι ο φόβος μη ξεπιάσουν οι αντλίες, δηλαδή το αντλιοστάσιο Α2 να μη βρει νερό στην Δεξαμενή Δ2, και ο φόβος των υπερχειλίσεων ή αδειάσματος των δεξαμενών Δ3 και Δ4.
 Άρα ένα αυτόματο τηλεσύστημα με πλήθος εξαρτημάτων, βανών, ασφαλιστικών κ.λ.π., θα αναλάβει, ώστε να λειτουργούν όλα στην εντέλεια. Δηλαδή το όλο έργο θα λειτουργεί αυτόματα και φυσικά αυτό είναι ...το τρίτο και μεγάλο πρόβλημα.

Δεν προβλέπεται μεγάλη αποθήκευση νερού. Η κεντρική δεξαμενή Δ4, μπορεί να γεμίσει σε 4 ώρες, και φυσικά, αν δεν δέχεται νερό, να αδειάσει σε 4 ώρες. Αυτό είναι στα αρνητικά του έργου. Δηλαδή το έργο φέρνει το νερό σε μια μικρότατη δεξαμενή. Από κει και πέρα αρχίζει το έργο της διανομής που είναι άλλο έργο που ούτε καν έχει ξεκινήσει, ούτε καν έχει συζητηθεί και σχεδιαστεί. Εννοείται ότι χωρίς έργο διανομής είναι παντελώς άχρηστο το έργο μεταφοράς.

Ήδη αναφύονται τρία κρίσιμα ερωτήματα:

1ον: Το έργο αυτό θα κοστίσει 37 εκ. ευρώ και στην πράξη περισσότερα. Το κόστος αυτό θα μετακυλιστεί στους αγρότες εν όλω ή εν μέρει; Δηλαδή θα μπει ένα ποσό στο κ.μ. κατανάλωσης επί τόσα χρόνια, ώσπου να γίνει απόσβεση του έργου; Αυτό δεν το λέει η μελέτη.
2ον: Το κόστος λειτουργίας περιλαμβάνει το ρεύμα του αντλιοστασίου, τη συντήρηση του όλου έργου, αμοιβές του φορέα που θα το λειτουργεί και των μισθωτών εργαζομένων σε αυτόν, κόστος ανταλλακτικών κ.λ.π. Θα πάει όλο στους αγρότες που θα χρησιμοποιούν το νερό;

Η ΜΠΕ δεν μιλάει γι' αυτά τα θέματα, ούτε κατ' εκτίμηση. Ενώ αρκετά πράγματα τα υπολογίζει κατ' εκτίμηση, ακόμη και ότι θα αυξηθεί το εισόδημα των αγροτών κ.λ.π., για αυτό το μείζον θέμα δεν κάνει καμιά εκτίμηση.

Το 3ον κρίσιμο για τους αγρότες, είναι η απόσβεση και το κόστος λειτουργίας του μελλοντικού έργου διανομής του νερού στα αγροκτήματα. Στη ΜΠΕ δεν υπάρχει καμιά πρόβλεψη. Δεν μιλάει καθόλου για έργο διανομής.

Τα 3 αυτά ερωτήματα είναι πολύ κρίσιμα για τους αγρότες, γιατί διαμορφώνουν το κόστος του νερού. Αν το κόστος είναι ασύμφορο, δεν θα βάλουν τον Ανάβαλο στα κτήματά τους.

Η ΜΠΕ προβλέπει ότι θα κλείσουν όλες οι γεωτρήσεις, ως μη αναγκαίες, που βρίσκονται μέσα στα 22000 στρέμματα που θα ποτιστούν με νερό Ανάβαλου.  Δεν υποχρεώνει, απλά προβλέπει.
Αλλά για να γίνει αυτό, ένας αγρότης θέλει να είναι βέβαιος ότι θα έχει πάντα και συνεχώς νερό Ανάβαλου στο κτήμα του. Ότι αν δεν έχει πέρα από λίγες μέρες, τότε ο φορέας που διαχειρίζεται το όλο έργο πρέπει να αποζημιώνει τον αγρότη. Με αυτές τις προϋποθέσεις ο αγρότης κλείνει τη γεώτρησή του, ώστε να μην πληρώνει πάγια κ.λ.π. και να μην έχει συντηρήσεις και έξοδα. Αν όμως δεν έχει αυτή τη βεβαιότητα, δεν πρόκειται να κλείσει τη γεώτρησή του, αν κάθε τόσο ο Ανάβαλος παθαίνει κάτι. Τα έξοδα διατήρησης της γεώτρησης σαν εφεδρεία για περιπτώσεις ανάγκης επιβαρύνουν τον αγρότη επιπρόσθετα του κόστους του νερού Ανάβαλου.
Γι' αυτό φαίνεται να είναι αναγκαία μια μικρή λιμνοδεξαμενή των 200000 κ.μ. ως αποθήκη νερού, που θα εξασφάλιζε νερό για 4-5 μέρες, χρόνος αρκετός για οποιαδήποτε βλάβη του συστήματος τροφοδοσίας. Δεν την προβλέπει η ΜΠΕ.

Έτσι η ΜΠΕ δεν δίνει, έστω κατ' εκτίμηση, το κόστος του νερού, μέχρι την κεντρική δεξαμενή Δ4, ούτε για το σύστημα διανομής, και οι αγρότες δεν μπορούν να προγραμματίσουν τίποτα.
Επιπλέον κανένας αγρότης δεν γνωρίζει, αν το κτήμα του είναι μέσα στα 22000 στρέμματα. Ακόμη και ολόκληρες περιοχές δεν ξέρουν αν είναι μέσα στα 22000 στρέμματα. Στη ΜΠΕ δεν υπάρχουν χάρτες. Αυτό είναι πολύ μεγάλη παράλειψη.


Πώς υπολογίστηκαν οι ανάγκες νερού της Ερμιονίδας, για πόσα στρέμματα και για ποιες περιοχές της;

Δεν έγιναν επί τόπου μετρήσεις σε συνεργασία με τους αγρότες. Μάλλον από στοιχεία οργανισμών δίνουν σε ένα πίνακα, ότι οι κύριες καλλιεργημένες εκτάσεις στον τέως Δήμο Κρανιδίου είναι 5318 στρέμματα και στον της Ερμιόνης 19676 στρέμματα, και αυτά είναι κυρίως με ελιές, εσπεριδοειδή και κηπευτικά. Από τα 24994 συνολικά στρέμματα κρίνουν ότι τα 22000 μπορούν να γίνουν αρδεύσιμα.

Σε έναν πίνακα, από τα στοιχεία που διαθέτουν οι οργανισμοί, βάζουν τις σημερινές καλλιέργειες και δίπλα τις μελλοντικές που θα προκύψουν με τη χρήση του νερού Ανάβαλου. Υπολογίζουν την αύξηση της καλλιέργειας κηπευτικών, εσπεριδοειδών, κτηνοτροφικών φυτών, θεωρούν περίπου στάσιμους τους ελαιώνες αλλά ποτιστικούς, ενώ υπολογίζουν ότι πολλά στρέμματα σε αγρανάπαυση θα καλλιεργηθούν. Έτσι προβλέπουν με τι ποτιστικές καλλιέργειες θα γεμίσουν τα 22000 στρέμματα, υπολογίζουν ανάλογα με τις καλλιέργειες το ποσό νερού που χρειάζεται συνολικά κάθε ημερολογιακό μήνα, και εξάγουν το συμπέρασμα ότι για τα 22000 ποτιστικά στρέμματα απαιτούνται 7800000κ.μ. το χρόνο δηλαδή 353 κ.μ. νερό ετησίως κατά στρέμμα, αλλά να το παίρνει ο αγρότης το χρόνο που το χρειάζεται.
Οι υπολογισμοί δεν είναι βέβαια ακριβείς, τα εσπεριδοειδή μειώνονται στα μέρη μας, αυξάνει η καλλιέργεια της ροδιάς, αλλά σε γενικές γραμμές τα κ.μ. ανά στρέμμα είναι σωστά και ευεργετικά για τον τόπο μας.


Σημασία έχει η κατανομή των αναγκών νερού Ανάβαλου για τα 22000 στρέμματα.

Για τον Νοεμβριο προβλέπονται 0 κ.μ. νερού.
Για Δεκ. Ιαν. Φεβρ. Μάρτ. δεν γράφει η ΜΠΕ, αλλά προφανώς θεωρεί μηδενικές ανάγκες νερού.
Μετά για Απρ. 185000 κ.μ., για Μάιο 933000 κ.μ., για Ιούνιο 1073000 κ.μ., για Ιούλιο 1474000 κ.μ.. για Αύγουστο 2743000 κ.μ., για Σεπτέμβριο 1228000 κ.μ., για Οκτώβριο 595000 κ.μ.

Από αυτή την κατανομή βγαίνει το συμπέρασμα ότι τον χειμώνα δεν θα δουλεύει σχεδόν καθόλου το αντλιοστάσιο Α2 αλλά θα είναι σε θέση να καλύπτει όλες τις ανάγκες της καλλιεργητικής περιόδου.
Αυτό φαίνεται από τον Αύγουστο. Για να δώσει το αντλιοστάσιο Α2 2743000 κ.μ. νερό, πρέπει να δίνει 3686 κ.μ. την ώρα χωρίς να σταματήσει ούτε ώρα, επί 31 μέρες. Άρα πρέπει να υπερβεί την ονομαστική τιμή των 2500 κ.μ. την ώρα κατά περίπου 1200 κ.μ. και αυτό μοιάζει να είναι εφικτό. Επίσης αν ο τόπος γεμίσει με θερμοκήπια για χειμερινή παραγωγή, πάλι το σύστημα αντεπεξέρχεται.

Η κεντρική δεξαμενή Δ4 είναι σε υψόμετρο 145 μέτρων. Άρα με βαρύτητα μπορεί να ποτίσει όλους τους κάμπους Ερμιόνης και Θερμησίας και σχεδόν Κρανιδίου - Πορτοχελίου - Κοιλάδας - Φούρνων.  Στη φωτογραφία βλέπουμε ότι το νερό μπορεί να περάσει με βαρύτητα από το διάσελο της Παναγίτσας του Κατσιδιάρι που είναι 140 - 150 μέτρα και να απλωθεί στους κάμπους της Ερμιόνης και να πάει προς Θερμήσι, περνώντας την Κιάφα στα Μεταλλεία που έχει υψόμετρο 30-40 μ. Επίσης σχεδόν όλα τα κτήματα της χερσονήσου Κρανιδίου είναι κάτω από τα 120-130 μέτρα, όπως και των Φούρνων. Όλα αυτά τα κτήματα μπορούν να πάρουν νερό με βαρύτητα από τη Δ4. Με βαρύτητα όμως το νερό από τη Δ4 δεν μπορεί να πάει στα Δίδυμα, αφού το μεν διάσελο προς Σαλάντι έχει υψόμετρο 240-250 μ. το δε από τον δημόσιο δρόμο 190 μ.
Ακόμη και κατευθείαν από τον αγωγό, με βαρύτητα, δεν πάει το νερό από τη Δ3 στα Δίδυμα μέσω διάσελου Σαλαντίου, αλλά μόνο αν κάνει τον κύκλο από τους Φούρνους. Εννοείται ότι δεν πάει με βαρύτητα Λουκαΐτι, Ηλιόκαστρο. Άρα αυτοί οι κάμποι για να πάρουν νερό από τη Δ4, πρέπει να το πάρουν με αντλιοστάσιο.

Όμως, όπως προαναφέρθηκε, ενώ καθορίζονται τα στρέμματα ανά τέως Δήμο και συνολικά, και συμφωνούνται οι παροχές νερού κ.λ.π., δεν καθορίζονται οι περιοχές επί χάρτου στις οποίες ανήκουν τα 22000 στρέμματα. Αυτό είναι πολύ κακό, γιατί θα δημιουργήσει προβλήματα αργότερα. Ποιος θα πάρει, ποιος δεν θα πάρει, πότε θα πάρει, σε ποιες περιοχές θα πάει το νερό, σε ποιες δεν θα πάει κ.λ.π. Αυτά τα προβλήματα μετατίθενται για το έργο της διανομής. Θα πάρουν τα Δίδυμα νερό και οι Φούρνοι; Αν ναι, για πόσα στρέμματα και πού είναι αυτά; Ποιος κάμπος του Κρανιδίου θα πάρει, δεδομένου ότι τα Κρανιδιώτικα κτήματα πιάνουν τη μισή έκταση της πεδινής Ερμιονίδας; Δεν δίνει η ΜΠΕ απάντηση σε αυτά τα θέματα.

Ένα άλλο μειονέκτημα της μελέτης είναι ότι δεν συνδέει το έργο αυτό με το πόσιμο νερό των οικισμών, την πιθανότητα δημιουργίας φραγμάτων και λιμνοδεξαμενών, και γενικά δεν βλέπει συνολικά το πρόβλημα νερού της Ερμιονίδας. Είναι δηλαδή μια μοναχική, θα λέγαμε πυροσβεστική ενέργεια για να καλύψει άμεσες ανάγκες. 

Φυσικά, αν με το νερό και με άλλα αναπτυξιακά μέτρα βρει ο κόσμος της Ερμιονίδας και πάλι το συμφέρον του στις καλλιέργειες, τότε θα χρειαστεί πολύ περισσότερο νερό το καλοκαίρι. Τότε, ας σκεφτούν όλοι τα φράγματα και τις λιμνοδεξαμενές και τη σύνδεσή τους με το έργο του Ανάβαλου με νέα πρόσθετα έργα.


Συμπεράσματα:
Το συνολικό έργο: από τη δεξαμενή Δ2 έως την κεντρική Δ4, και από τη Δ4 στα κτήματα των αγροτών, είναι μεγάλο έργο, δύσκολο και πολυδάπανο.
Κανείς δεν γνωρίζει το τελικό κόστος του νερού.
Δεν καθορίζονται οι περιοχές που βρίσκονται τα 22000 στρέμματα, ούτε τα κτήματα που περιλαμβάνονται.
Χρονοδιαγράμματα δεν υπάρχουν.
Το έργο αυτό δεν συνδέεται με τις ανάγκες πόσιμου νερού, ούτε με πιθανά φράγματα και λιμνοδεξαμενές.
Τα 22000 στρέμματα είναι μόλις το 5.5% του εδάφους της επαρχίας μας. Τόσα στρέμματα ή και περισσότερα είναι οι καλλιεργημένες και καλλιεργήσιμες εκτάσεις Διδύμων, Λουκαϊτίου, Ηλιοκάστρου. Για να καλλιεργηθούν όλες οι εκτάσεις της Ερμιονίδας με ποτιστικές καλλιέργειες, δηλαδή και τα πιο δύσκολα επικλινή εδάφη της, χρειάζεται πολύ περισσότερο νερό. Οι εκτάσεις αυτές είναι πάνω από το 40% του εδάφους της Ερμιονίδας. Πώς η πολιτεία και ο Δήμος μας θα αρνηθεί να δώσει νερό στους κατόχους του 34.5% της γης που μπορούν να καλλιεργηθούν ή ήδη είναι ξερικοί αραιοί ελαιώνες;
Απλά λοιπόν έρχεται νερό του Ανάβαλου στη κεντρική δεξαμενή Δ4. Όλα όμως τα προβλήματα και οι γρίφοι περνάνε στο μελλοντικό έργο: Διανομή του νερού στα μη καθοριζόμενα 22000 στρέμματα.

Η άποψη ότι η Ερμιονίδα είναι μια ορεινή κυρίως περιοχή δεν ευσταθεί. Μια ματιά στους χάρτες google θα σας πείσει ότι ήδη καλλιεργείται η μισή, μάλιστα με τα σημερινά μηχανικά μέσα, άγονοι λόφοι έχουν γίνει παράδεισος. Το 40% της γης είναι 160000 στρέμματα, που για να γίνουν ποτιστικά απαιτούνται 160000 Χ 353 = 56480000 κ.μ. νερό το χρόνο, δηλαδή ποσότητα 7 φορές μεγαλύτερη από αυτή που θα μας φέρει ο Ανάβαλος, ο οποίος είναι τελικά έργο μικρής πνοής που δεν οδηγεί σε μια πράσινη Ερμιονίδα.
Όσο για το κλίμα της Ερμιονίδας, μπορεί να είναι ξηροθερμικό, όμως η μέση ετήσια βροχόπτωση είναι γύρω στα 400 χιλιοστά. Αυτό σημαίνει ότι σε όλη την έκταση της Ερμιονίδας των 400 τ. χιλιομέτρων ρίχνει ετησίως 400000000 Χ 0.4 = 160000000 κ.μ. νερό αρίστης ποιότητας! Το 1/3 να πιάναμε, θα γινόμαστε πράσινος παράδεισος, χωρίς να έχουμε ανάγκη τον Ανάβαλο.


Το βέβαιο είναι ότι για μια αγροτικά ανεπτυγμένη Ερμιονίδα χρειάζονται όλα: Ανάβαλος, πόσιμο νερό, φράγματα, λιμνοδεξαμένες, φράγματα ανάσχεσης ροής. Ο Ανάβαλος είναι η καλοδεχούμενη αρχή.



Βασίλης Γκάτσος