Τετάρτη 24 Απριλίου 2013

'' Λάδι ΠΟΠ Βόρειου Μυλοποτάμου Κρήτης ''

Μερικά στοιχεία:
 Γράφει ο Βασίλης Γκάτσος
Στο Σούπερ Μαρκετ Σκλαβενίτης έχει εδώ και τουλάχιστον 1 χρόνο σταθερή τιμή: Μπουκάλι 1 λίτρου 3.95 €. Σε σύγκριση με όλα τα άλλα είναι το φθηνότερο, ακόμη και από αυτό που συσκευάζει το ίδιο το Σούπερ Μάρκετ. Νομίζω ότι είναι και το καλύτερο σε ποιότητα.
Διαβάζω ότι η τιμή παραγωγού είναι γύρω στα 2 € το λίτρο. Δηλαδή ο παραγωγός παραδίδει χύμα και πληρώνεται. Μετά έχουμε όλα τα άλλα, + μεγάλα μεταφορικά έξοδα από Κρήτη, + κέρδος Σούπερ Μάρκετ. Πριν λίγες μέρες ανέβηκε η τιμή στα 4.25 €, όπως και των άλλων λαδιών ανάλογα.
Στο Βόρειο Μυλοπόταμο θέλουν να εντάξουν στο ΠΟΠ και τις γύρω περιοχές όπου.....
...... έχουν φυτευτεί πολλά ελαιόδενδρα, δηλαδή συνολικά μία έκταση περίπου σαν την Ερμιονίδα.
Δεν μπορεί παρά να τους συμφέρει αυτή η καλά οργανωμένη δραστηριότητα, αλλιώς θα τα είχαν παρατήσει. Και τους συμφέρει όλο και περισσότερο, γιατί τώρα νιώθουμε όλοι τι μεγάλο νόμισμα είναι το Ευρώ.
Είναι δυνατόν να μη συμφέρει μια αντίστοιχη καλά οργανωμένη δραστηριότητα στην Ερμιονίδα η οποία είναι και κοντά στην Πρωτεύουσα;
Αυτές είναι οι τιμές για τα λάδια ΠΟΠ που παράγουν και εμπορεύονται ομάδες παραγωγών, συνεταιρισμοί κ.λ.π. σε μεγάλες ποσότητες, ώστε να βρίσκονται όλο το χρόνο στα ράφια μεγάλων καταστημάτων. Από 4.25 μέχρι 5.60 €.
Από αυτές τις τιμές, μόνον με λάδι brand name και premium θα ξεφύγουμε. Έχω γράψει παλαιότερα. Έρχονται και τα διεθνή βραβεία (κ. Βλαχογιάννης με λάδι Κρανιδίου).

Τα χρόνια της επίπλαστης ευμάρειας και των δανείων είχαν επιτρέψει στο τόπο μας τη μονοκαλλιέργεια και το μονοεπάγγελμα. Ο ψαράς ήταν μόνον ψαράς, ο καταστηματάρχης μόνον καταστηματάρχης, το ίδιο ο υπάλληλος, ο εργάτης, κ.λ.π. Λόγω συγκυρίας τα έφερναν βόλτα.
Όμως το παραγωγικό πρότυπο της Ερμιονίδας δεν ήταν αυτό. Ήταν των συμπληρωματικών παραγωγικών δραστηριοτήτων το οποίο εκτενώς και με στοιχεία περιγράφω στο βιβλίο μου «Η ΑΝΑΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ ΤΗΣ ΕΡΜΙΟΝΙΔΑΣ» Ο ψαράς καλλιεργούσε και αμπέλι και ελαιώνα. Οι παλιοί σφουγγαράδες, αμπέλια και κυρίως ελαιώνες. Οι καταστηματάρχες είχαν αμπέλια, περιβόλια, ελιές. Οι καλλιεργητές έσπερναν, είχαν αμπέλια και ελιές και περιβόλια. Σπάνιζε η οικογένεια που έκανε κάτι αποκλειστικά, ακόμη και οι παπάδες του χωριού είχαν κάποιο μικροεπάγγελμα και καλλιεργούσαν τα κτήματά τους. Όλα τα προλάβαιναν, γιατί υπήρχε κυκλικότητα στις εργασίες. Και όμως, τα μανταρίνια μας, τα ρόδια μας, το λάδι μας, τα πορτοκάλια μας και ένα σωρό άλλα προϊόντα ήταν εξαιρετικά παρ’ όλη την πολυπραγμοσύνη των παππούδων μας.
Φαίνεται ότι η ίδια η ζωή θα μας αναγκάσει να επιστρέψουμε στη σοφία και τις αρετές των προγόνων μας, με νέα μέσα και τρόπους.

Έρρωσθε,
Βασίλης Γκάτσος