Τετάρτη 1 Ιουνίου 2011

''ΠΑΡΑΓΩΓΗ (4)''

''Το παραγωγικό πρότυπο της Ερμιονίδας.''

Γράφει ο Βασίλης Γκάτσος

Προεπαναστατικά οι κάτοικοι της Ερμιονίδας χρησιμοποιούνται ως πληρώματα στα πλοία κυρίως των Υδραίων. Η Ερμιονίδα παρέμεινε στη δικαιοδοσία του πασά της Τρίπολης και έτσι δεν ακολούθησε το οικονομικό θαύμα των νησιών της.



Όμως μετά το 1828 ο Καποδίστριας μοιράζει γη, παρακινεί για εκχερσώσεις και δενδροφυτεύσεις, και σύντομα οι κάτοικοι της Ερμιονίδας γίνονται κύριοι και καλλιεργητές των ιδιόκτητων κτημάτων τους.....
.......


Όμως όλα στην Ερμιονίδα είναι όμορφα, αλλά μικρά και λιγοστά. Μικρός οικογενειακός κλήρος, λιγοστό νερό, μεγάλη απόσταση από τα αστικά κέντρα. Οικονομικά σημαντικοί είναι λίγοι που έχουν αλώνια, μύλο, λιοτρίβι, ιστιοφόρο. Γεννιέται λοιπόν ένα παραγωγικό πρότυπο «πολυπραγμοσύνης». Το καλοκαίρι στη θάλασσα και στη Μπαρμπαριά, το φθινόπωρο στο αμπέλι, στις ελιές, στο περιβόλι, στα οργώματα, μετά κλαδέματα και πάλι στη θάλασσα, και το μπαρμπέρικο ανοικτό, και η ταβέρνα και το μπακάλικο. Σπανίζει η οικογένεια που έχει μία και μόνη δραστηριότητα. Και η μετανάστευση και το μπάρκο, μέσα στο πρόγραμμα. Αυτό το παραγωγικό πρότυπο λειτουργεί θαυμάσια και προάγει τις παραγωγικές και ανταλλακτικές σχέσεις γιατί ο ένας έχει ανάγκη τον άλλο.


Συντηρείται από έναν ανάλογο παραγωγικό μύθο. Η παιδεία η σχολική, η οικογενειακή, η κοινωνική, η θρησκευτική προτρέπει και ενθουσιάζει τα παιδιά να ασχοληθούν με όλα χωρίς ντροπή και ενοχές. Ντροπή είναι το να κάθεσαι άεργος. Είναι απόλυτα φυσικό ο δάσκαλος να έχει αμπέλι, περιβόλι και ελιές, ο σφουγγαράς, ο καταστηματάρχης, ο ψαράς, ελιές κι αμπέλι. Φυσικά και ο παπάς ο οποίος ζούσε από τη δουλειά του στα κτήματα και δευτερευόντως από τα διάφορα δοσίματα. Ακόμη και ο λιτριβιάρης και ο μεγαλοαγρότης, έλιωνε ολημερίς στα κτήματά του. Το πρότυπο δεν προέβλεπε επιχειρηματία που απλά επιβλέπει, ή εισοδηματία που απλά εισπράττει. Έπρεπε και αυτοί να κουνάνε παραγωγικά τα χέρια τους, αλλιώς η τοπική κοινωνία τους κατέγραφε ως πλούσιους μεν αλλά τεμπέληδες και καθόλου ως επιτυχημένους ή φτασμένους.


Διαταραχή επήλθε με τις νέες τεχνολογίες, τις γεωτρήσεις, τις μηχανές θαλάσσης και τα νάιλον δίκτυα. Οι παλιές τεχνολογίες, μαγγανοπήγαδο πανί – κουπί δεν ήταν σε θέση να διαταράξουν τη φυσική ισορροπία. Οι νέες τεχνολογίες όμως έδωσαν περίπου για 20 χρόνια 1965 – 1985 την δυνατότητα για εντατικές καλλιέργειες με εξάντληση του νερού και επέκταση της εντατικής αλιείας σε μεγάλες αποστάσεις και σε μεγάλα βάθη. Αυτό θεωρήθηκε δυστυχώς ‘επιτυχία’ και πρόοδος. Την ίδια περίοδο αρχίζει και η τουριστική ανάπτυξη της Ερμιονίδας που ξεκίνησε μεν με μεγάλα και ελπιδοφόρα ξενοδοχειακά συγκροτήματα αλλά γρήγορα επικεντρώθηκε στην ‘αξιοποίηση’ της καλλιεργήσιμης γης, δηλαδή την πούληση για εξοχική κατοικία, αφού πλέον με την έλλειψη του νερού (κατά τη γνώμη μου μάλλον ως πρόσχημα) τα περισσότερα κτήματα έμεναν ακαλλιέργητα. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα και την μεγέθυνση της οικοδομικής δραστηριότητας. Σε αυτά προστέθηκε και η γιγάντωση του Δημόσιου τομέα, γιγάντωση που δεν θα ήταν πρόβλημα, αν είχε παρόμοια παραγωγικότητα με τον ιδιωτικό τομέα. Δυστυχώς για τη χώρα μας.


Το παλιό παραγωγικό πρότυπο πήγε περίπατο και είναι φυσικό ο τόπος μας να αναζητά νέο μαζί με έναν παραγωγικό μύθο που να το στηρίζει.


Γνώμη μου είναι ότι το πρότυπο της «πολυπραγμοσύνης» μπορεί να επανέλθει δυναμικά μέσα στις νέες συνθήκες που διαμορφώνονται για το περιβάλλον, την ενέργεια και τον τουρισμό. Μοιάζει με της Κρήτης, αλλά η Κρήτη είναι μεγάλο νησί με πολύ τουρισμό και μεγάλη αγορά. Μπορεί να σταθεί ένας παραγωγός ντομάτας, ή τυριού, ή άλλου προϊόντος, αλλά στην Ερμιονίδα είναι λίγο δύσκολο, πρέπει να έχει συγχρόνως συμπληρωματική εργασία. Τουριστικό μαγαζί το καλοκαίρι, ταιριάζει με ελαιώνα. Δηλαδή ένας συνδυασμός τουρισμού, καλλιέργειας εξαιρετικών προϊόντων αλλά και μεταποίηση αυτών, πράσινη ενέργεια από αιολικά και φωτοβολταϊκά πάρκα, φρέσκο ψάρι και θαλασσινά με ειδικά προγράμματα αλιείας και προστασίας της θάλασσας, ιχθυοκαλλιέργεια υπό έλεγχο, και ό,τι άλλο. Και όλα αυτά να στοχεύουν πρώτα τους ξένους που μας έρχονται και στη συνέχεια τις ντόπιες και ξένες αγορές.


Δεν είναι καθόλου εύκολο πράγμα χωρίς δημιουργία ανάλογου υποστηρικτικού παραγωγικού μύθου. Αν το σχολείο, η οικογένεια, η τοπική κοινωνία ωθούν τα παιδιά από μικρά να περάσουν κάπου ‘για μια δουλειά καθαρή γραφείου’ τότε πάει περίπατο το πρότυπο της «πολυπραγμοσύνης». Και στο τόπο τους να κάτσουν θα ονειρεύονται μια θέση στον Δήμο ή στο Δημόσιο και όταν την αποκτήσουν δεν θα θέλουν να ασχολούνται παράλληλα με καλλιέργειες κ.λ.π.


Τώρα τελευταία έχουν δημοσιευτεί ορισμένες πολύ ωραίες παλιές φωτογραφίες. Θα σταθώ σε δύο που δείχνουν τον Νίκο Δέδε να πρωτοστατεί σε αγροτικές κοινές προσπάθειες και συνεταιρισμούς. Διετέλεσε και Πρόεδρος της Κοινότητας Ερμιόνης, αλλά, το και κυριότερο, ήταν για πολλά χρόνια διευθυντής, ως Χημικός που ήταν, των Μεταλλείων Μποδοσάκη στη Ντάρδιζα. Και τότε το να έχεις μόρφωση και καλό μισθό σε χωριό ήταν σπανιότατο και κοινωνικά σου έδινε κύρος και θέση. Δηλαδή σήμερα θα λέγαμε ότι «η επαγγελματική και κοινωνική του θέση δεν του επιτρέπουν να ασχοληθεί με τα χώματα και τους αγρότες». Και όμως η σχολική, οικογενειακή και κοινωνική παιδεία της εποχής του όχι μόνον δεν τον απέτρεπαν αλλά τον ωθούσαν. Το ίδιο και ο Σοφοκλής Χατζησωκράτης και ο Σταμάτης Σταματίου. Ήσαν και αυτοί καλά αμειβόμενοι μισθωτοί στα Μεταλλεία, αλλά περίμεναν πώς και πώς να έλθει η ευλογημένη στιγμή του ελαιώνα και έκαναν το μάζεμα της ελιάς ένα ολοήμερο τραγούδι και χαρά. Το ίδιο και ο δάσκαλός μας, ο κύριος Δουρούκος, είχε και περιβόλι και λιοτρίβι. Μόνο και μόνο ότι τάχε και τον βλέπαμε να μοχθεί και στα δύο, ήταν το «χωρίς άλλα λόγια» παράδειγμα, για όλους μας, ήταν ολοζώντανος ο παραγωγικός μύθος, ότι ό,τι και νάμαστε η δουλειά στη γη, στη θάλασσα και στη βιοτεχνία είναι ευλογημένη και για όλους μας. Φέρνω αυτά τα παραδείγματα από αγαπητούς ανθρώπους που τους θυμόμαστε ως μικρά τότε παιδιά του δημοτικού σχολείου.



Σημείωση αμπελοφιλοσοφίας: Η ΠΑΡΑΓΩΓΗ είναι θρησκευτική πράξη. Οι πρώτοι καρποί της μάνας γης, οι «απαρχές» πηγαίνουν στον ναό να ευλογηθούν από τους ιερείς αλλά συγχρόνως είναι και μια συμβολική πράξη - προσφορά στην κοινότητα. Ότι η ευλογημένη παραγωγή είναι το θεμέλιο της ευλογημένης κοινότητας. Το ίδιο και στην θάλασσα. Δεν ξεκινούσε μεγάλο ταξίδι χωρίς την ευλογία του ιερέα και την εορταστική παρουσία της κοινότητας. Πιστεύω ότι αν δημιουργήσουμε νέο παραγωγικό πρότυπο και μύθο θα επανέλθει η ιερή ευλογία της παραγωγής και η κοινοτική εορταστική και ευχαριστιακή παρουσία, όχι ως αναβίωση εθίμου, αλλά ως ουσία. Είναι συμβολικό ότι η εγκατάλειψη του προτύπου της πολυπραγμοσύνης συμπίπτει με τη μετατροπή του ιερέα σε δημόσιο υπάλληλο, η πλήρης αποκοπή του από την παραγωγική προσπάθεια της κοινότητας και η προσήλωσή του, ή αν θέλετε ο περιορισμός του στα ιερατικά καθήκοντα τα περί τον ναόν. Απογυμνώθηκε έτσι η παραγωγή από την ιερότητά της. Γιατί είναι η πρώτη εντολή του Θεού προς το ανθρώπινο γένος, με τον ιδρώτα του προσώπου του να τρώει τον άρτο του.


Ανάγκη πάσα και στον τόπο μας να επιστρέψουμε στην ευλογημένη παραγωγή, στην οικονομία για να επενδύσουμε και στη με μέτρο και φρόνηση κατανάλωση.




Έρρωσθε,

Βασίλης Γκάτσος