Παρασκευή 8 Οκτωβρίου 2010

''Η ΣΤΕΡΝΑ ΤΗΣ ΕΡΜΙΟΝΙΔΑΣ''

Γράφει ο Βασίλης Γκάτσος
Ωραία τα όσα έγραψε η κυρία Δημότση στο άρθρο της Η ΣΠΗΛΙΑ ΤΟΥ ΠΛΑΤΩΝΑ (να το ξαναδιαβάσετε). Όμως δεν περιγράφει απλά την εποχή μας. Είναι η εποχή μας, όπως και όλο το διάστημα από τον Πλάτωνα έως σήμερα. Ο Πλάτωνας διέλυσε με την ιδιοφυΐα του το φαντασιακό της Αθηναϊκής Δημοκρατίας και δημιούργησε ένα νέο, Πλατωνικό, μέσα στο οποίο είναι εγκλωβισμένη μέχρι σήμερα η σκέψη και η πράξη. Τόσο που δεν θυμάμαι ποιος τόνισε ότι « η φιλοσοφική σκέψη μετά τον Πλάτωνα είναι απλά σημειώσεις γραμμένες στα περιθώρια των βιβλίων του».

Αλλά ας κάνουμε λίγο πιο ελαφρά τη συζήτηση και να δούμε την Ερμιονίδα όχι ως σπηλιά αλλά ως ....... στέρνα!

Μια φορά και ένα καιρό λοιπόν ήταν μια στέρνα με χρυσόψαρα. Ο περιβολάρης έπαιρνε το.......
........ νερό της, αλλά φρόντιζε να τη γεμίζει. Πέφτανε μέσα φύλλα, φυτρώνανε νούφαρα, στο πυθμένα μαζευότανε λάσπη, αλλά ο αγρότης νοιαζότανε και για τα χρυσόψαρα. Έβλεπε πόσο αρέσανε στα χρυσόψαρα τα νούφαρα και τα φύλλα και φρόντιζε να τα διατηρεί.


Έτσι τα χρυσόψαρα έβλεπαν τη στάθμη του νερού να ανεβοκατεβαίνει αλλά ποτέ δεν ανησύχησαν, γιατί ποτέ δεν άφησε ο περιβολάρης να πατώσει το νερό. Και τα νούφαρα και η λάσπη και τα φύλλα φτιάχνανε φαΐ αρκετό.


Πέρασαν τα χρόνια και το περιβόλι έγινε ασύμφορο για τον γεωργό. Το παράτησε, αλλά λυπότανε τα χρυσόψαρα. Γέμισε λοιπόν πίλα τη στέρνα, σφράγισε καλά την ποτίστρα, αποχαιρέτησε τα χρυσόψαρα και τα άφησε στο έλεος του Θεού.


Ούτε που κατάλαβαν, ούτε που νοιάστηκαν να καταλάβουν, ούτε ανησύχησαν, ούτε έθεσαν ερωτήματα.


Γέμιζε λοιπόν η στέρνα με τις βροχές του χειμώνα κατέβαινε το καλοκαίρι το νερό, αλλά όλο και κάποια μπόρα ανέβαζε τη στάθμη. Μερικές φορές κατέβαινε τόσο το νερό που τα ψάρια ζορίζονταν λίγο, αλλά ήσαν τόσο βέβαια ότι ο καλός Θεός θα ξαναβρέξει που απλά κάθονταν και περίμεναν.


Πέρασαν τα χρόνια και βαρέθηκε και ο Θεός. Αυτά τα χρυσόψαρα ποτέ δεν κάνουν κάτι μόνο τους, θα σκέφτηκε.


Ήλθε το καλοκαίρι, άδειασε η στέρνα και φάνηκε η λάσπη. Τα χρυσόψαρα ζορίσθηκαν και γίνανε ψάρια. Άρχισαν να τρέχουν πανικόβλητα, θόλωνε το νερό, δεν βλέπανε τίποτα. Μερικά άρχισαν να σκέπτονται, άλλα λέγανε ασυναρτησίες, άλλα πιστεύανε ότι όπου νάνε βρέχει, άλλα θέλανε να γίνουν αρχηγοί για να σώσουνε το κόσμο τους, άλλα το ρίξανε στο τραγούδι και άλλα στο κλάμα, άλλα βρίζανε θεούς και δαίμονες και άλλα βρίζανε τα άλλα ψάρια και τα θεωρούσαν υπεύθυνα. Ανθρώπινη κατάσταση δηλαδή.


Βαθιά μέσα τους όμως ξέρανε ότι ο καλός Θεός τα είχε προικίσει με ικανότητες, ώστε να μπορούν να φέρουν αυτά νερό στη στέρνα, αλλά αυτό δεν το έκαναν ποτέ και σχεδόν είχαν ξεχάσει πώς γίνεται.


Τα χρυσόψαρα σε αυτή την κατάσταση βρίσκονται σήμερα.


Κάποιος άκουσε τη φασαρία που κάνανε, έσκυψε στη στέρνα και μέσα στη θολούρα όλα, με ανακούφιση, τον είδανε σαν από μηχανής .... περιβολάρη.


Όμως αυτός απλά τους υπενθύμισε μια Φράση της Ημέρας: Αν είναι ο λάκκος σου βαθύς, χρέος σου μόνος σου να βγεις.




Έρρωσθε,


Βασίλειος Γκάτσος