Πέμπτη 24 Ιουνίου 2010

ΕΡΜΙΟΝΙΔΑ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΓΗΣ! (ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ)

γράφει ο Βασίλης Γκάτσος

Σας στέλνω το πρώτο μέρος παλαιότερου άρθρου μου, πιστεύοντας ότι...
....συμβάλει στον προβληματισμό εν όψει Καλλικράτη, στο σοβαρότερο θέμα της Ερμιονίδας: Τη διαχείριση της καλλιεργήσιμης γης.


Βασίλειος Γκάτσος



ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΗ ΤΗΣ  ΓΗΣ ΤΗΣ ΕΡΜΙΟΝΙΔΑΣ ΣΤΟΥΣ ΑΚΤΗΜΟΝΕΣ  ΚΑΤΟΙΚΟΥΣ ΤΗΣ, ΣΤΗΝ ΠΩΛΗΣΗ ΤΗΣ ΠΑΤΡΩΑΣ  ΓΗΣ ΣΤΟΥΣ ΑΚΤΗΜΟΝΕΣ  ΝΟΜΟΥ ΑΤΤΙΚΗΣ.
ΠΟΛΙΤΙΚΗ  ΓΗΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΚΤΙΑΣ  ΘΑΛΑΣΣΑΣ.
(Όσο  γίνεται με απλά  λόγια).








Αν η διαχείριση των υδάτινων πόρων και των  αποβλήτων είναι περιβαλλοντικό πρόβλημα προς λύση, το μείζον πρόβλημα της Ερμιονίδας είναι η διαχείριση της γης.
Η πρώτη πολιτική πράξη, που ήταν πραγματική τομή και  ρήξη, ήταν η απόφαση του Καποδίστρια  να μοιράσει την γη της ελεύθερης  πια πατρίδας μας στους ακτήμονες καλλιεργητές. Γι’ αυτό έφαγε και το κεφάλι του.
Η χώρα μας, ανδρώθηκε, επεκτάθηκε, δημιούργησε στη βάση του ανεξάρτητου ιδιοκτήτη γης, του ιδιοκτήτη καλλιεργητή που  το κοινοτικό πνεύμα το αρχαίο, όσο  και η χριστιανική αγάπη ήταν τα στοιχεία συνοχής της κοινότητας και του δήμου του. Αυτή είναι η καποδιστριακή κοινότητα και ο καποδιστριακός Δήμος.
Οι σημερινοί  Δήμοι μας είναι ημιαστικοί δήμοι, δεν έχουν σχέση με το πνεύμα του  Καποδίστρια.
Δεν γίνεται  κατανοητό το σημερινό μας πρόβλημα χωρίς μια μικρή ιστορική αναδρομή.


Με τη σύσταση  του ελληνικού κράτους θεωρήθηκε  φυσικό από τους Κοτζαμπάσηδες και  τους οπλαρχηγούς αλλά και από  τα μοναστήρια η γη να περιέλθει  σε αυτούς. Προσπάθησαν με χίλια  τερτίπια νομιμοφανή να κατοχυρώσουν τη γη υπέρ τους και η πρώτη πράξη που έκαναν είναι να εκδιώξουν από τα «κτήματά τους» τους καλλιεργητές οι οποίοι είχαν δικαίωμα καλλιέργειας από γενιά σε γενιά τόσο ισχυρό που ποτέ δεν το αμφισβήτησε η οθωμανική διοίκηση. Έγιναν λοιπόν οι καλλιεργητές αλλά και οι βοσκοί, δηλαδή το 95% του ελληνικού λαού, ένα πεινασμένο κοπάδι ακτημόνων που έπρεπε να επιστρέψουν στις δουλειές τους πλέον με σχέση δουλοπάροικου – φεουδάρχη.


(ΠΑΡΕΝΘΕΣΗ ΠΡΩΤΗ: Τα Λαογραφικά Μουσεία του Αργοσαρωνικού είναι και Ιστορικά Μουσεία. Θα ήταν εξαιρετικά ενδιαφέρον να δρομολογήσουν μία από κοινού προσπάθεια για την γραφή της ιστορίας της γης μας (Ερμιονίδα, Τροιζηνία,  Πόρος, Ύδρα, Σπέτσες είναι μία ολοκληρωμένη ενότητα) κατά την Οθωμανική περίοδο και την περίοδο του Εθνικού μας κράτους. Θέλει βέβαια πολύ κόπο, αλλά μπορούν να δώσουν αυτή τη δουλειά ως διδακτορική διατριβή σε ικανούς μελετητές καλύπτοντας όλα τα έξοδα της έρευνας αλλά και της έκδοσης. Η απάντηση δεν είναι «δεν έχουμε λεφτά». Θα φροντίσουμε όλοι μας να βρεθούνε).


Ο Καποδίστριας έδωσε τη γη την ποτισμένη με αίμα στον λαό (δεν υπάρχει δίκαιο που να σου κατοχυρώνει την γη σου. Είναι δική σου γιατί την υπερασπίζεσαι με τη ζωή σου). Αφουγκράσθηκε τον πόθο του ακτήμονα Έλληνα, τον έρωτά του για ένα δικό του κομμάτι γης, την απελπισία του μπροστά σε αυτό που του επιφύλασσαν οι κοτσαμπάσηδες.  Η κάθε οικογένεια δέθηκε με το κτήμα της, το αγάπησε, το καλλιέργησε σαν να φρόντιζε νήπιο. Αυτό το κτήμα μεγάλωνε ‘φαμίλιες με εφτά παιδιά’. Από αυτό το κτήμα βγήκαν για δεκάδες χρόνια οι φόροι που οργάνωσαν τη διοίκηση, οι στρατιώτες που μεγάλωσαν την Ελλάδα, οι αντάρτες που γέμιζαν τα βουνά της. Δεν τους έδωσε απλά γη. Τους έδωσε τη βάση για την παραγωγή τροφίμων που ήταν τότε πανάκριβα, τους έδωσε μια πραγματική αξία, όχι ένα βοήθημα και αυτή την αξία την πολλαπλασίασαν με την εργασία τους.
Παρακάτω οι αρχές του Καποδίστρια όπως τις  εκθέτει στην «Πραγματεία περί της  καταστάσεως της Ελλάδος» που  απευθύνει το Νοέμβριο του 1830 προς τον  Μιχαήλ Σούτσο:
«Η εργασία, αυτός  πρέπει να είναι ο μοχλός και βάσις  της βαθμιαίας αναγεννήσεως των Ελλήνων. Το να θελήση τις να την επιτύχη δια παντός άλλου μέσου εις ένα λαόν ανήσυχον και ενεργητικόν, από τον οποίον η τουρκική διακυβέρνησις αφήρεσε σχεδόν πάσαν περιουσίαν και μετ’ αυτής τα στοιχεία της τάξεως και της σταθερότητος εις τα οποία στηρίζεται πάσα κοινωνική οργάνωσις…….
Αι αρχαί αυταί  συνοψίζονται εις μίαν και μόνην: ο ελληνικός λαός ο οποίος σήμερον  αποτελεί μίαν μάζαν ακτημόνων [proletaires], να ανέλθη εις την τάξιν ενός λαού ιδιοκτητών. Ότε ο σκοπός αυτός θα έχει επιτευχθή, η συνταγματική οργάνωσις της Ελλάδος θα είναι όχι μόνον δυνατή, αλλά και εύκολος.».


Λόγος δωρικός  αποφασισμένου, τολμηρού κυβερνήτη.
Γι’ αυτό το άγαλμα του Καποδίστρια έπρεπε να υπάρχει  σε κάθε Δήμο και Κοινότητα, όμως υπάρχει  κάτι ακόμη καλύτερο να μας τον φέρνει συνέχεια στη μνήμη: Το καποδιστριακό σχολείο σχεδόν σε κάθε χωριό.


Ήταν πολύ δύσκολη  η απόφαση της οικογένειας  να πουλήσει γη. Την αξία της γης  την καθόριζε η παραγωγική της  ικανότητα. Για την Ερμιονίδα  ο καλός ελαιώνας ήταν σκέτο χρυσάφι  και πουλιόταν με χρυσές λύρες. Όταν ένας εργάτης με μια εργάτρια μάζευαν 100 οκάδες ελιές τη μέρα που έδιναν 20 οκάδες λάδι και έπαιρναν αμοιβή αρχές 20ου αιώνα μία οκά ο εργάτης και μισή η εργάτρια, ο κτηματίας είχε τέτοιο κέρδος που μπορούσε να οργώνει να κλαδεύει και να μαζεύει τον καρπό με εργατικά χέρια. Τα ίδια και περισσότερα κέρδη είχε το περιβόλι με εσπεριδοειδή, ενώ μικρότερο κέρδος είχε το αμπέλι και το σταροχώραφο. Η αξία της γης ήταν η παραγωγική της ικανότητα γι’ αυτό και η άγονη γη δεν είχε καμιά αξία.
Αυτή η κατάσταση  ανέδειξε τον μεγαλοκτηματία, τον  λιτριβιάρη και τον έμπορα αγροτικών  προϊόντων.
Από το 1960 το ήδη  περιορισμένο κέρδος έβγαινε μόνον  αν ο κτηματίας καλλιεργούσε μόνος  του το κτήμα. Σταδιακά τα σταροχώραφα  τα αμπέλια οι ξερικοί, αργότερα και οι ποτιστικοί, ελαιώνες γίνανε (μάλλον τα καταντήσαμε) ασύμφορα σε σχέση με την εργασία στα αστικά κέντρα αλλά και με την εργασία στον τουρισμό και σε άλλα μη γεωργικά επαγγέλματα.
Έτσι μετά το 1960 βιώνουμε και στην Ερμιονίδα μια  νέα κατάσταση, δηλαδή το τέλος της καποδιστριακής περιόδου και την έναρξη της μετακαποδιστριακής εποχής, την σταδιακή αποξένωση της οικογένειας από τη γη της που γίνεται παραγωγικά αδρανής. Μένει η οικογένεια με ένα περιουσιακό στοιχείο που δεν φέρνει εισόδημα ούτε καν από νοίκι. Αν το κτήμα που δεν έχει πια παραγωγική ικανότητα δια νόμου δεν μπορούσε να οικοδομηθεί, τότε θα γινόταν λόγγος και μετά δάσος. Όπως δηλαδή κάποτε τρέχανε οι παππούδες μας να εκχερσώνουνε λόγγους, τώρα θα γινόταν το ανάποδο.
Η ελληνική γη είναι σήμερα τριών κατηγοριών: Γη που μπορείς να κτίσεις βάσει ρυμοτομικού σχεδίου. Δάσος που δεν μπορείς να κτίσεις ούτε να καλλιεργήσεις. Το υπόλοιπο είναι γεωργική γη δηλαδή η κατ’ ουσίαν καλλιεργήσιμη γη όπου όμως οικοδομείς υπό προϋποθέσεις. Δηλαδή η καλλιεργήσιμη γη δεν προστατεύεται ως αποκλειστικά καλλιεργήσιμη. Προστατεύεται η δασική έκταση ως δάσος. Γι’ αυτό, όταν κτίζουμε σε έναν ελαιώνα πρέπει να πάρουμε μια βεβαίωση ότι «δεν είναι δασική έκταση».


Σε  όλη την Ευρώπη τη μεγαλύτερη προσοχή  δίνουν στην καλλιεργήσιμη γη, γιατί τα κράτη τη θεωρούν ως βασική προϋπόθεση της ύπαρξής τους, ασχέτως αν την καλλιεργούν εντατικά ή περιστασιακά, ασχέτως αν η καλλιέργεια προσφέρει λίγα ή πολλά στο εθνικό εισόδημα. Και τούτο, γιατί βιομηχανίες, βιοτεχνίες, οικισμοί και πόλεις, συγκοινωνιακά δίκτυα, αεροδρόμια, όλα αναπτύσσονται, εκ των πραγμάτων, στην καλλιεργήσιμη γη την οποία όχι μόνον περιορίζουν αλλά και την κατατεμαχίζουν. Και ακόμη μεγαλύτερη προσοχή δίνουν στην παράκτια ζώνη η οποία περιορίζεται, κατατεμαχίζεται από όλα τα προαναφερθέντα αλλά και από λιμάνια, μαρίνες, τουριστικές εγκαταστάσεις, εξοχικά, τεχνικά έργα.
Αλλάζουν μάλιστα  και οι αντιλήψεις (Δανία, Ολλανδία, Γερμανία). Διαπιστώνουν ότι στις σημερινές  συνθήκες καλύτερα προστατεύεται η  γεωργική αλλά και δασική γη με οικοδόμηση και εκμετάλλευση υπό αυστηρές προϋποθέσεις παρά ως ενιαίες καθαρές εκτάσεις. Δηλαδή προστατεύονται και αναπτύσσονται καλύτερα όταν εμπλέκεται ενεργά ο πολίτης σε συγκεκριμένο κομμάτι γης στο οποίο επικεντρώνει το ενδιαφέρον του, την αγάπη αλλά και το συμφέρον του, παρά όταν είναι κοινό, που ναι μεν έχει το ενδιαφέρον όλων μας αλλά στην πράξη την αδιαφορία όλων μας.
Τελευταία τέτοιες  αντιλήψεις αρχίζουν να διατυπώνονται  και για την πολιτική γης στα  νησιά μας και έχουν προς τούτο  δημοσιευθεί εξαιρετικές μελέτες.


Στη χώρα μας  καμιά κυβέρνηση δεν ενδιαφέρθηκε για την τύχη της καλλιεργήσιμης γης παρόλο που είμαστε μια  ορεινή χώρα με λίγες πεδιάδες. Ούτε και για την παράκτια ζώνη όπου η καλλιεργήσιμη γη είναι λιγοστή  και έχει ιδιαίτερο φυσικό κάλος με τους ελαιώνες και τα εσπεριδοειδή. Ούτε καν των νησιών μας.
Έτσι δόθηκε το δικαίωμα να πουλιέται η καλλιεργήσιμη  γη και μάλιστα η παράκτια για  να κτιστούν εξοχικά υπό προϋποθέσεις. Δηλαδή η «καποδιστριακή δωρεά», αφού δεν είχε πια παραγωγική αξία, απέκτησε στη πράξη αξία οικοπέδου.
Αυτό το πατέντο  μόνο στη χώρα μας βρήκε εφαρμογή. Στις βόρειες χώρες κτίζουν μόνο εντός σχεδίου ή εντός οικισμού και όχι μέσα στα κτήματα. Άμα  πάει κάποιος σε ένα κάμπο της  Γερμανίας και ζητήσει να αγοράσει 4 στρέμματα για να κτίσει εξοχικό ….θα λυθούν στα γέλια.
Ουσιαστικά οι κυβερνήσεις μας έδωσαν σάρκα  στον νέο πόθο και έρωτα του  εγκλωβισμένου Νεοέλληνα στα  καθέτως τακτοποιημένα διαμερίσματα – σπιρτόκουτα της πρωτεύουσας  της αντιπαροχής, να επανέλθει στα  παραθαλάσσια και τα νησιά ως νέος ακτήμων. Δεν μιλάω για ανάγκη αλλά για πόθο και έρωτα, γιατί ο Νεοέλληνας που σκορπά το Πάσχα σ’ όλη την ύπαιθρο ωθείται από μια ριζωμένη εσωτερική διάθεση, μια ακατάπαυστη νοσταλγία να ζήσει το καλοκαίρι στη φύση και στη θάλασσα.
Και ο Καποδίστριας να ήταν σήμερα κυβερνήτης θα του δώριζε γη, άγνωστο κάτω από ποιες προϋποθέσεις. Ίσως άγονες δημόσιες δασικές εκτάσεις, ίσως βουνοπλαγιές, ίσως υποχρεωτική  κατοίκηση σε νόμιμου οικισμούς, όχι όμως την καλλιεργήσιμη γη. Δηλαδή θα έλεγε στους σημερινούς κατόχους καλλιεργήσιμης γης, καλλιεργείστε την ή φέρτε την πίσω στο κράτος, αφού σας την δώρισε κάποτε και πλέον δεν την χρειάζεστε. Πάρτε πίσω και μία αποζημίωση.


Όμως οι κυβερνήσεις  μας επέλεξαν να ικανοποιήσουν συγχρόνως  και τον νέο πόθο και έρωτα του κατόχου καλλιεργήσιμης γης, να μοσχοπουλήσει τη γη του στους νέους ακτήμονες πρωτευούσης. Με ένα σμπάρο δυο τρυγόνια. Ουσιαστικά οικοπεδοποιήθηκε η καλλιεργήσιμη γη.
Αρχικά έκτιζες  νόμιμα σε 300 τετραγωνικά μέτρα γης. Υπάρχουν συστάδες εξοχικών στην Κόστα και αλλού που κτίστηκαν έτσι, ενώ ακόμη βρίσκεις εκτάσεις μαντρωμένες με συρματόπλεγμα ανά 300 τ.μ. με μια πορτούλα σιδερένια και στενά αυτοσχέδια δρομάκια. Δεδομένου ότι το μέσο οικόπεδο στην Ερμιόνη είναι 250 τ.μ. άρχισαν να δημιουργούνται στην καλλιεργήσιμη γη συστάδες εξοχικών ίδιας περίπου πυκνότητας οικημάτων με το χωρίον Ερμιόνη, χωρίς νερό, χωρίς ηλεκτρικό, χωρίς αποχέτευση, χωρίς ρυμοτομία, χωρίς ‘ψάλτη και παπά’.
Η γη έγινε  εμπορεύσιμο προϊόν με μικρότερη μονάδα το κομμάτι των 300 τ.μ.
Πλέον άρχισε να αναφαίνεται η νέα ιθύνουσα τάξη των μεγαλοκατόχων γης (δεν ταυτίζονταν  υποχρεωτικά με τους παλαιούς μεγαλοκτηματίες  που μπορεί να είχαν εξαιρετικούς ελαιώνες μακριά από τη θάλασσα, ενώ  απλοί αγρότες είχαν πολλαπλάσιες άγονες εκτάσεις παραθαλάσσιες), των εμπόρων και μεσιτών γης, των νόμιμων η παράνομων εργολάβων, και αυτών που με το αζημίωτο προσφέρουν ‘πάσαν διευκόλυνσιν’.
Αν σε αυτό προσθέσουμε  και την αγορά μεγάλης έκτασης  γης για την δημιουργία οικισμών, δικηγόρων, γιατρών, πλοιάρχων, δημοσίων υπαλλήλων, υπαλλήλων ΔΕΗ κ.λ.π. σήμερα η Ερμιονίδα θα ήταν με τουλάχιστον 20 νέους οικισμούς πυκνοδομημένους σαν χωριά χωρίς νερό αποχέτευση, διοικητική οργάνωση. Και εκτός από τον οικισμό Ποδάρι, Κινέτα, κ.λ.π. θα είχαμε και «Δικηγοραίικα», «Γιατρουλιάνικα», «Πλοιαρχαίικα», «Δεητσίδικα» όπως έχουμε τα «Δημαραρακαίικα», «Πετρουλιάνικα», «Μελαίικα» κ.λ.π. Μόνο που τα τελευταία ήταν απλές πρόχειρες σκηνές και κυρίως κτήματα μιας ευρύτερης οικογένειας, οπωσδήποτε ζωντανά κύτταρα παραγωγικά και όχι νέα τεχνητά χωριά χωρίς τη ζωή του χωριού.
Το κομμάτι  των 300 τ.μ. (γρήγορα έγινε αντιληπτό  το αδιέξοδο) ο νόμος (και όχι η  θέληση των κατόχων γης) το έκανε 1000 τ.μ. και σήμερα το έχει στα 2000 τ.μ. όταν το κομμάτι βλέπει κοινοτικό  δρόμο και στα 4000 τ.μ. όταν δεν βλέπει δρόμο. Για υποδομή αποχέτευσης, ύδρευσης, ρεύματος, ούτε λόγος, «βγάλτα πέρα μόνος σου».
Άλλη ιδιομορφία είναι η ανυπαρξία ανωτάτου ορίου. Μπορεί να συνορεύουν πολύ μεγάλα ιδιόκτητα  κτήματα και για να τα περάσεις να πρέπει να κάνεις ένα κύκλο ορισμένων χιλιομέτρων, ή με το μήκος του να καθιστούν αδύνατη την προσέγγιση της παραλίας.


(ΠΑΡΕΝΘΕΣΗ ΔΕΥΤΕΡΗ: Δεν είναι τυχαίο ότι οι πρώτες «οικολογικές και πολιτιστικές» ανησυχίες στην Ερμιονίδα εκφράστηκαν και από τις συστάδες των εξοχικών. Άρχισαν να φυτρώνουν «Εξωραϊστικοί Σύλλογοι» με καταστατικό σκοπό την προστασία της φύσης και του πολιτισμού. Της φύσης που ήταν αγνότατη πριν την έλευσή τους και του μοναδικού αγροτικού τρόπου ζωής μας.
Κατά  κανόνα έβαζαν ταμπέλες με ονόματα στα  κενά μεταξύ των αγροτεμαχίων τους, «οδός Ρίτσου», «οδός Παλαμά», «οδός Ύδρας», διοργάνωναν κανένα τσιμπούσι «πολιτιστικού χαρακτήρα», εξέφραζαν συλλογικά αιτήματα προς τις Κοινότητες και τους Δήμους της περιοχής για φως, νερό, συντήρηση «οδών» απορρίμματα κ.λ.π. Βασικός στόχος η αναγνώριση της συστάδας ως οικισμού και προφανώς μελλοντικά ως χωριού. Η προστασία της φύσης και ο πολιτισμός ως δούρειος ίππος άναρχης αστικοποίησης της καλλιεργήσιμης γης.).
Ξεχάσαμε κάτι;
Την παραγωγική θάλασσα. Εκατοντάδες οικογένειες  στην Ερμιονίδα (υπενθυμίζουμε ότι και οι Κρανιδιώτες είναι απόλυτα ναυτικός κόσμος) έζησαν από την παράκτια αλιεία  και δευτερευόντως από τα μικρά κτήματά τους. Από το ναυτικό εμπόριο και την σπογγαλιεία μάλιστα, σύμφωνα με τα μέτρα της κάθε εποχής, μπορούμε να πούμε ότι αρκετοί πλούτισαν. Η παραγωγική θάλασσα ήταν οι κόλποι της Ερμιονίδας και η θάλασσας μέχρι τα γύρω νησιά της. Οι μηχανές θαλάσσης και τα νάιλον δίκτυα, τα δυναμίτια, οι τράτες, οι ανεμότρατες, τα γρι γρι, οδήγησαν στην εξαφάνιση των ψαριών με την βοήθεια φυσικά και της ρύπανσης. Επειδή η θάλασσα είναι κοινή, μείνανε οι ψαράδες μας με βάρκα ή καΐκι μη παραγωγικό και με τις αναμνήσεις τους. Είναι οι πλέον χαμένοι, γιατί δεν τους έμεινε να πουλήσουν τίποτα.


Και τι έχει να πει η  Ευρωπαϊκή Κοινότητα;
Για την καλλιεργήσιμη  γη και την παράκτια θάλασσα έχει μόνον συμβουλές να δώσει και όχι οδηγίες που εφαρμόζονται με εθνικούς νόμους ή κανονισμούς που από μόνοι τους είναι νόμοι. Τα ευρωπαϊκά κράτη είχαν πολλές αντιρρήσεις, (αλλά είναι βιομηχανικά, άλλα τουριστικά, άλλα διασχίζονται από διεθνείς δρόμους μεγάλης κυκλοφορίας, κ.λ.π.) και έτσι έμεινε ουσιαστικά η καλλιεργήσιμη γη και η παράκτια θάλασσα στα χέρια κάθε κράτους με την υποχρέωση η πολιτική γης και παράκτιας θάλασσας που εφαρμόζουν να λαμβάνει υπ’ όψιν τις ευρωπαϊκές συμβουλές.
Δεν έχουμε εδώ δέσμευση, ημερομηνίες και  πρόστιμα, όπως για τα απόβλητα και τα νερά. Δικιά μας η ευθύνη με αρωγό την Ευρωπαϊκή Ένωση (εννοούμε τα χρήματα που δίνει μέσω προγραμμάτων) να διατυπώσουμε πολιτική γης και παράκτιας θάλασσας.


Τι κάνουμε  λοιπόν, τι σκεφτόμαστε στην Ερμιονίδα;
Το μόνο που  έχει διατυπωθεί γραπτώς είναι πρόταση  για κήρυξη όλης της Αργολίδας  ως τουριστικά κεκορεσμένης περιοχής, ανοικτής στον αγροτοτουρισμό  με συνακόλουθη  αύξηση του ορίου από τα 4000 τ.μ. προς τα 20000 τ.μ. για να επιτρέπεται το κτίσιμο εξοχικού. Αυτό και μόνον.
Ποιες άραγε  να είναι οι σκέψεις και οι προτάσεις  των Δήμων μας (συμπολίτευσης  και αντιπολίτευσης), των διάφορων επαγγελματικών ενώσεων, των πολιτικών  μηχανικών και των εργολάβων  που δραστηριοποιούνται στο κλάδο της οικοδομής, των εμπόρων και μεσιτών γης και οικοδομής, των τουριστικών επαγγελμάτων και των μεγαλοξενοδόχων, των τοπικών κομματικών οργανώσεων, των γεωργών και των ψαράδων μας, αλλά και των εκατοντάδων ιδιοκτητών εξοχικών κατοικιών, πλουσίων, μεσαίων και φτωχών;
Στο επόμενο  άρθρο θα αναφερθώ σε αυτά τα ζητήματα όχι με ιδέες και προτάσεις, αλλά με ερωτήματα και διαπιστώσεις που  ίσως βοηθήσουν στην παραγωγή ιδεών  και προτάσεων ίσως και οραμάτων (υλοποιήσιμων).


Β. Γκάτσος
Χημικός
23-06-09